Το "sorteo" είναι ουσιαστικό.
/sorˈte.o/
Η λέξη "sorteo" αναφέρεται σε μια διαδικασία ή σε γεγονός κατά το οποίο επιλέγονται τυχαία νικητές από ένα σύνολο συμμετοχών. Χρησιμοποιείται ευρέως για διαγωνισμούς, κληρώσεις ή λαχνούς. Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά υψηλή, κυρίως σε προφορικό και γραπτό λόγο, ιδίως σε προγράμματα και εκδηλώσεις που περιλαμβάνουν τυχερά παιχνίδια ή διαγωνισμούς.
"Η κλήρωση θα διεξαχθεί το επόμενο Σάββατο."
"Participé en un sorteo y gané un viaje a la playa."
"Συμμετείχα σε μια κλήρωση και κέρδισα ένα ταξίδι στην παραλία."
"El sorteo de la lotería se celebrará en diciembre."
Η λέξη "sorteo" συχνά χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την τύχη και τις ευκαιρίες:
"Η κλήρωση της τύχης είναι με το μέρος σου."
"Siempre hay un sorteo que puede cambiar tu vida."
"Πάντα υπάρχει μια κλήρωση που μπορεί να αλλάξει τη ζωή σου."
"No hay sorteo sin premio."
"Δεν υπάρχει κλήρωση χωρίς βραβείο."
"A veces, la vida es un gran sorteo."
Η λέξη "sorteo" προέρχεται από το λατινικό "sortiri", που σημαίνει "να επιλέγω ή να μοιράζω κατά τύχη".
Concurso (διαγωνισμός)
Αντώνυμα:
Η λέξη "sorteo" χρησιμοποιείται συχνά σε πολλές πτυχές της καθημερινής ζωής, είτε για ψυχαγωγία είτε ως μέσο προώθησης προϊόντων και υπηρεσιών.