Sosegar είναι ρήμα.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου: [so.se.ˈɡaɾ]
Η λέξη "sosegar" σημαίνει να ηρεμείς ή να χαλαρώνεις. Χρησιμοποιείται όταν αναφερόμαστε στην κατάσταση του να είσαι ήσυχος ή να μην είσαι σε ανησυχία. Είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται κυρίως στον προφορικό λόγο, αλλά μπορεί να εμφανιστεί και σε γραπτές μορφές.
Είναι ώρα να ηρεμήσουμε και να απολαύσουμε τη στιγμή.
Necesito sosegar mis pensamientos antes de dormir.
Χρειάζομαι να ηρεμήσω τις σκέψεις μου πριν κοιμηθώ.
La música suave ayuda a sosegar el ambiente.
Η λέξη "sosegar" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν παραδείγματα:
Ηρεμώ τα πνεύματα. (Χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να ηρεμήσουμε μια ένταση ή σύγκρουση).
Después de un día agitado, es necesario sosegarse.
Μετά από μια αναταραγμένη μέρα, είναι απαραίτητο να ηρεμήσουμε.
La charla logró sosegar a los niños inquietos.
Η συζήτηση κατάφερε να ηρεμήσει τα ανήσυχα παιδιά.
No te preocupes, todo se va a sosegar con el tiempo.
Μην ανησυχείς, όλα θα ηρεμήσουν με τον καιρό.
Un paseo por la naturaleza ayuda a sosegar la mente.
Μια βόλτα στη φύση βοηθά να ηρεμήσει ο νους.
Es bueno sosegar el espíritu con meditación.
Η λέξη "sosegar" προέρχεται από τη Λατινική λέξη "subsecare", που σημαίνει "ήρεμος" ή "ηρεμία". Πέρασε από διάφορες γλωσσικές επιρροές μέσω του Ισπανικού.
Συνώνυμα: - Calmar - Tranquilizar - Relajar
Αντώνυμα: - Alterar - Agitar - Inquietar