Η λέξη "sosten" στα Ισπανικά είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "sosten" χρησιμοποιώντας το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι /sosˈten/.
Η λέξη "sosten" μπορεί να μεταφραστεί στα Ελληνικά ως "στήριξη" ή "υποστήριξη".
Η λέξη "sosten" αναφέρεται στη δράση ή την κατάσταση του να υποστηρίζεις ή να στηρίζεις κάποιον ή κάτι. Συνήθως χρησιμοποιείται σε σχετικούς τομείς όπως η εκπαίδευση, η τεχνολογία, και άλλες επιστήμες. Στη γλώσσα των Ισπανικών, μπορεί να χρησιμοποιείται σε διαφορετικά συμφραζόμενα, όπως στην καθημερινή ομιλία αλλά και σε γραπτές αναφορές. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή και στα δύο πλαίσια, αν και οι περισσότερες φορές απαντάται σε γραπτές μορφές.
La empresa ofrece un buen sosten a sus empleados.
(Η επιχείρηση προσφέρει καλή στήριξη στους υπαλλήλους της.)
Es importante tener un sosten emocional en tiempos difíciles.
(Είναι σημαντικό να έχουμε συναισθηματική υποστήριξη σε δύσκολους καιρούς.)
La comunidad necesita un sosten para los nuevos proyectos.
(Η κοινότητα χρειάζεται στήριξη για τα νέα έργα.)
Η λέξη "sosten" μπορεί επίσης να βρεθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:
Dar sosten a alguien.
(Να δώσεις στήριξη σε κάποιον.)
Είναι καλό να δώσουμε στήριξη στους φίλους μας στις δύσκολες στιγμές.
Buscar un sosten.
(Να αναζητήσεις στήριξη.)
Είναι φυσιολογικό να ψάχνεις στήριξη όταν νιώθεις πεσμένος.
Recibir sosten moral.
(Να λαμβάνεις ηθική στήριξη.)
Η ηθική στήριξη είναι απαραίτητη για την ψυχολογική ευημερία.
Ser un sosten para otros.
(Να είσαι στήριγμα για άλλους.)
Είναι σημαντικό να μπορούμε να είμαστε στήριγμα για τους αγαπημένους μας.
Η λέξη "sosten" προέρχεται από το λατινικό "sustinere", το οποίο σημαίνει "να στηρίζω" ή "να υποστηρίζω".
Συνώνυμα:
- Apoyo (στήριξη)
- Soporte (υποστήριξη)
Αντώνυμα:
- Desamparo (έλλειψη στήριξης)
- Abandono (εγκατάλειψη)