Η λέξη "spot" μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ρήμα ή ως ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "spot" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι /spɑt/ ή /spɒt/ ανάλογα με την προφορά.
Η λέξη "spot" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - σημείο - κηλίδα - τόπος - βλέπω
Στα Ισπανικά, η λέξη "spot" αναφέρεται συνήθως σε ένα μικρό σημείο ή τόπο, αλλά μπορεί επίσης να χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που εντοπίζεται ή παρατηρείται. Η συχνότητα χρήσης ποικίλλει ανάλογα με το περιβάλλον, αλλά είναι πιο διαδεδομένη στον προφορικό λόγο.
Δες το λάθος στη φράση.
Vamos a encontrar un spot bonito para hacer un picnic.
Ας βρούμε ένα όμορφο μέρος για να κάνουμε πικνίκ.
Ella estaba en el spot correcto en el momento adecuado.
Η λέξη "spot" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά. Ακολουθούν ορισμένες εκφράσεις με παραδείγματα:
"Η απάντησή σου ήταν ακριβής."
Catch someone off their spot
"Ο καθηγητής με εξέπληξε και με έβγαλε από το σημείο μου."
To be a bad spot
"Να είσαι σε κακή θέση δεν είναι εύκολο."
A good spot
"Αυτό είναι ένα καλό σημείο για να βγάλεις φωτογραφίες."
In the right spot
Η λέξη "spot" προέρχεται από τη μέση αγγλική λέξη “spot” που σημαίνει "σημείο" ή "κηλίδα" και έχει γαλλικές και αρχαίες γερμανικές ρίζες.
Συνώνυμα: - σημείο (punto) - θέση (lugar) - περιοχή (zona)
Αντώνυμα: - απουσία (ausencia) - κενό (vacío)