Το "subscribir" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή για το "subscribir" χρησιμοποιώντας το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι /sus.kɾiˈβiɾ/.
Η λέξη "subscribir" σημαίνει την πράξη της εγγραφής κάποιου σε μια υπηρεσία, περιοδικό ή αλληλογραφία. Χρησιμοποιείται συχνά στον πιο γραπτό λόγο, αλλά εμφανίζεται και στον προφορικό, συχνά σε σχέση με ψηφιακές πλατφόρμες, ενημερωτικά δελτία και κοινωνικά δίκτυα. Η συχνότητά της είναι υψηλή, ειδικά στα πλαίσια της τεχνολογίας και των συνδρομών.
Απόφασα να εγγραφώ σε ένα ενημερωτικό δελτίο.
Es necesario subscribirse para acceder al contenido premium.
Είναι απαραίτητο να εγγραφείς για να έχεις πρόσβαση σε περιεχόμενο premium.
Si quieres recibir las actualizaciones, debes subscribirte.
Το "subscribir" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την εγγραφή ή τη συμμετοχή σε κάτι. Εδώ είναι μερικές από αυτές:
Εγγραφή σε ένα κανάλι στο YouTube.
Es fácil subscribirse a servicios de streaming hoy en día.
Είναι εύκολο να εγγραφείς σε υπηρεσίες streaming σήμερα.
Muchas personas se suscriben a revistas digitales.
Πολλοί άνθρωποι εγγράφονται σε ψηφιακά περιοδικά.
Decidí subscribirme a un servicio de noticias.
Αποφάσισα να εγγραφώ σε μια υπηρεσία ειδήσεων.
Si te suscribes a nuestra lista, recibirás ofertas exclusivas.
Η λέξη "subscribir" προέρχεται από το λατινικό "subscribere", το οποίο συνίσταται από το "sub-" (κάτω από) και "scribere" (γράφω). Η ετυμολογία υποδηλώνει την έννοια της γραφής κάτι κάτω από μια φόρμα ή συμφωνία.
Registrarse (καταγράφομαι)
Αντώνυμα: