Ο όρος "subsidio" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή του "subsidio" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /subˈsi.ðjo/
Η λέξη "subsidio" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - επιδότηση - βοήθεια
Η λέξη "subsidio" αναφέρεται σε χρηματοδότηση ή υποστήριξη που χορηγείται από την κυβέρνηση ή άλλο οργανισμό για να βοηθήσει άτομα ή επιχειρήσεις. Χρησιμοποιείται ευρέως σε οικονομικά και νομικά πλαίσια. Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι αρκετά υψηλή, κυρίως στο γραπτό πλαίσιο, όπως σε νόμους, οικονομικές αναφορές, και κυβερνητικές πολιτικές.
El gobierno anunció un nuevo subsidio para los agricultores.
(Η κυβέρνηση ανακοίνωσε μια νέα επιδότηση για τους αγρότες.)
Muchos estudiantes se benefician de un subsidio para sus estudios.
(Πολλοί φοιτητές επωφελούνται από μια επιδότηση για τις σπουδές τους.)
Η λέξη "subsidio" χρησιμοποιείται σε μερικές ιδιωματικές εκφράσεις:
"Contar con un subsidio" σημαίνει να έχεις υποστήριξη ή βοήθεια.
(Να έχεις βοήθεια ή υποστήριξη.)
"Subsidio económico" αναφέρεται σε οικονομική βοήθεια που δίνεται σε αναγκαίους τομείς ή ομάδες.
(Οικονομική βοήθεια που παρέχεται σε αναγκαίους τομείς.)
"Subsidio para vivienda" πρόκειται για οικονομική βοήθεια για αγορά ή ενοικίαση κατοικίας.
(Οικονομική βοήθεια για την αγορά ή ενοικίαση στέγης.)
"Solicitar un subsidio" σημαίνει να κάνεις αίτηση για οικονομική βοήθεια.
(Να κάνεις αίτηση για οικονομική βοήθεια.)
Η λέξη "subsidio" προέρχεται από τα Λατινικά "subsidium", που σημαίνει "βοήθεια" ή "υποστήριξη."
Συνώνυμα: - Aportación (συνεισφορά) - Ayuda (βοήθεια)
Αντώνυμα: - Carga (βάρος) - Dificultad (δυσκολία)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια λεπτομερή κατανόηση της λέξης "subsidio" στην ισπανική γλώσσα και τη χρήση της σε διάφορους τομείς.