Η λέξη "subsistencia" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "subsistencia" είναι: /ˌsub.siˈsten.θja/
Η λέξη "subsistencia" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - επιβίωση - συντήρηση
Η λέξη "subsistencia" αναφέρεται στην κατάσταση της επιβίωσης ή της συντήρησης ενός ατόμου ή μιας ομάδας ατόμων. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει την ανάγκη για βασικούς πόρους, όπως τροφή, νερό και καταφύγιο, που είναι αναγκαίοι για τη ζωή. Η χρησιμοποιούμενη συχνότητα είναι υψηλή, καθώς χρησιμοποιείται τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο, κυρίως σε κοινωνιολογικά και ανθρωπολογικά συμφραζόμενα.
Η επιβίωση πολλών οικογενειών εξαρτάται από τη γεωργία.
Es fundamental garantizar la subsistencia de los pueblos indígenas.
Η λέξη "subsistencia" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις:
Αγωνίζομαι για την επιβίωση.
Alternativas de subsistencia.
Εναλλακτικές της επιβίωσης.
Economía de subsistencia.
Η λέξη "subsistencia" προέρχεται από το λατινικό "substitentia", το οποίο σημαίνει "η κατάσταση του να διατηρείς ή να συνεχίζεις".
Συνώνυμα: - Sostenibilidad (βιωσιμότητα) - Mantenimiento (συντήρηση)
Αντώνυμα: - Extinción (εξαφάνιση) - Destrucción (καταστροφή)