suceder - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
DICLIB.COM
AI-based language tools

suceder (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "suceder" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/suθeˈðeɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "suceder" χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα για να δηλώσει ότι κάτι συμβαίνει ή ότι υπάρχει μία αλλαγή κατάστασης. Είναι συχνά χρησιμοποιούμενη και στις δύο μορφές, προφορικά και γραπτά, με μια ελαφρώς μεγαλύτερη τάση να εμφανίζεται σε γραπτό λόγο, ειδικά σε επίσημα ή νομικά κείμενα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. ¿Qué va a suceder en la reunión mañana?
  2. Τι θα συμβεί στη συνάντηση αύριο;

  3. Es importante saber qué puede suceder si no seguimos las reglas.

  4. Είναι σημαντικό να ξέρουμε τι μπορεί να συμβεί αν δεν ακολουθήσουμε τους κανόνες.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Το "suceder" χρησιμοποιείται και σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Suceder lo inesperado.
  2. Να συμβεί το απρόβλεπτο.

  3. Lo que sucedió no se puede cambiar.

  4. Αυτό που συνέβη δεν μπορεί να αλλάξει.

  5. Suceder al instante.

  6. Να συμβαίνει αμέσως.

  7. No puedo creer lo que sucede.

  8. Δεν μπορώ να πιστέψω τι συμβαίνει.

  9. Suceder en el momento menos esperado.

  10. Να συμβαίνει τη λιγότερο αναμενόμενη στιγμή.

Ετυμολογία

Η λέξη "suceder" προέρχεται από το Λατινικό "succedere", που σημαίνει "να έρθω κάτω από" ή "να ακολουθήσω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - ocurrir (συμβαίνω) - suceder (να συμβαίνω) - acontecer (συμβαίνω)

Αντώνυμα: - detenerse (να σταματώ) - prevenir (να προλαμβάνω) - evitar (να αποφεύγω)



22-07-2024