Το "suceso" είναι ουσιαστικό αρσενικού γένους στα Ισπανικά.
/suˈθeso/ (σχέδιο που αντιστοιχεί σε ισπανική προφορά)
Η λέξη "suceso" χρησιμοποιείται για να αναφέρεται σε γεγονότα ή συμβάντα, τα οποία μπορεί να είναι είτε σημαντικά είτε καθημερινά. Χρησιμοποιείται συχνά στον προφορικό και γραπτό λόγο, αλλά η συχνότητά της ενδέχεται να είναι υψηλότερη σε γραπτά κείμενα, όπως ειδησεογραφικά άρθρα ή επιστημονικά κείμενα.
El suceso ocurrió en la madrugada.
Το γεγονός συνέβη νωρίς το πρωί.
El suceso fue cubierto por todos los medios de comunicación.
Το συμβάν καλύφθηκε από όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
No podemos ignorar el suceso que alteró la paz de nuestra comunidad.
Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το γεγονός που αναστάτωσε την ειρήνη της κοινότητάς μας.
Η λέξη "suceso" χρησιμοποιείται επίσης σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
Un suceso inesperado.
Ένα απρόσμενο γεγονός.
El suceso del año.
Το γεγονός της χρονιάς.
Suceso trágico.
Τραγικό συμβάν.
Un suceso que cambió todo.
Ένα γεγονός που άλλαξε τα πάντα.
El suceso que todos comentan.
Το γεγονός για το οποίο όλοι μιλούν.
Suceso histórico.
Ιστορικό γεγονός.
Η λέξη "suceso" προέρχεται από το λατινικό "sucessus", που σημαίνει "εξέλιξη" ή "κυρίαρχη κατάσταση". Στα Ισπανικά, η λέξη έχει διατηρήσει αυτή την έννοια του γεγονότος ή του συμβάντος.
Συνώνυμα: - hecho (γεγονός) - acontecimiento (συμβάν)
Αντώνυμα: - omisión (παράλειψη)