suelto - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
DICLIB.COM
AI-based language tools

suelto (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φωνητική μεταγραφή

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "suelto" χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα για να περιγράψει κάτι που δεν είναι στερεωμένο, κλειδωμένο ή περιορισμένο. Μπορεί να αναφέρεται σε φυσικά αντικείμενα (όπως ένα χαλαρό ρούχο) ή σε καταστάσεις (όπως ελεύθερος χρόνος). Είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με μία μέτρια συχνότητα χρήσης.

Παραδείγματα προτάσεων: 1. El perro corre suelto en el parque.
(Ο σκύλος τρέχει ελεύθερος στο πάρκο.)

  1. Prefiero usar ropa suelta cuando hace calor.
    (Προτιμώ να φοράω χαλαρά ρούχα όταν κάνει ζέστη.)

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "suelto" έχει χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα.

Παραδείγματα Ιδιωματικών Εκφράσεων: 1. Estar suelto de pantalones.
(Είμαι χαλαρός με τα παντελόνια μου.) - Εννοεί κάποιον που δεν είναι πολύ προσεκτικός ή σε σοβαρή κατάσταση.

  1. Tener la lengua suelta.
    (Έχω τη γλώσσα χαλαρή.) - Εννοεί κάποιον που μιλάει πολύ ή που είναι απρόσεκτος με αυτά που λέει.

  2. Andar suelto.
    (Περιπλανιέμαι ελεύθερα.) - Σημαίνει ότι κάποιος κινείται χωρίς περιορισμούς ή προγραμματισμούς.

Ετυμολογία

Η ετυμολογία της λέξης "suelto" προέρχεται από το λατινικό "solutus", που σημαίνει "απελευθερωμένος" ή "χαλαρός". Στην ισπανική γλώσσα, η λέξη άρχισε να χρησιμοποιείται για να περιγράψει καταστάσεις που σχετίζονται με την ελευθερία και την έλλειψη περιορισμών.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Libre (ελεύθερος) - Flojo (χαλαρός)

Αντώνυμα: - Ajustado (στενός) - Fijo (σταθερός) - Ocupado (κατειλημμένος)

Η λέξη "suelto" έχει ποικιλία χρήσεων και νοημάτων, ανάλογα με το συμφραζόμενο, και είναι συχνά παρούσα στις καθημερινές συνομιλίες και στην γραφή.



22-07-2024