Επίθετο
/swiˈθo/ (σε Ισπανικά)
Η λέξη "suizo" αναφέρεται σε οτιδήποτε συνδέεται με την Ελβετία, τους κατοίκους της ή τον πολιτισμό της. Χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά με σχετικά υψηλή συχνότητα, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, κυρίως σε ιστορικά και γεωγραφικά συμφραζόμενα. Χρησιμοποιείται συχνά σε συγκρίσεις και περιγραφές σχετικά με ελβετικά προϊόντα, κουλτούρα ή πολιτική.
Παραδείγματα προτάσεων: - El chocolate suizo es famoso en todo el mundo. - (Η ελβετική σοκολάτα είναι διάσημη σε όλο τον κόσμο.)
(Τα ελβετικά ρολόγια είναι γνωστά για την ακρίβειά τους.)
La neutralidad suiza es un tema de discusión en muchas conferencias internacionales.
Η λέξη "suizo" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που αναφέρονται σε χαρακτηριστικά ή προιοντα συγκεκριμένα της Ελβετίας.
Χρησιμοποιείται για να δηλώσει γνώση ή ενημέρωση σχετικά με κάτι.
“Tener un corazón suizo”
Αναφέρεται σε κάποιον που είναι σταθερός και αξιόπιστος.
“Estar más perdido que un suizo en un bar”
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι σε κατάσταση πλήρους αποπροσανατολισμού.
“Como un reloj suizo”
Η λέξη "suizo" προέρχεται από το λατινικό "Helvetius," το οποίο σχετίζεται με τους Ελβετούς και την αρχαία φυλή Helvetii που ζούσε στην περιοχή της σημερινής Ελβετίας.