sujetar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

sujetar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "sujetar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή του "sujetar" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /su.xeˈtaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Το ρήμα "sujetar" χρησιμοποιείται στη ισπανική γλώσσα για να περιγράψει τη δράση του να κρατάει κάτι, είτε σωματικά είτε μεταφορικά. Χρησιμοποιείται σε ποικιλία περιπτώσεων, όπως να στηρίξεις κάτι, να συγκρατήσεις μια κατάσταση ή να διατηρήσεις μια υποχρέωση.

Στη γλώσσα αυτή, το "sujetar" χρησιμοποιείται σχετικά συχνά και σε προφορικό και γραπτό λόγο, αν και μπορεί να παρατηρηθεί περισσότερη χρήση σε γραπτά κείμενα όπως περισσότερο τεχνικά ή νομικά κείμενα.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. Es importante sujetar bien la lámpara antes de encenderla.
  2. Είναι σημαντικό να κρατήσεις καλά τη λάμπα πριν την ανάψεις.

  3. No puedo sujetar mis emociones cuando estoy feliz.

  4. Δεν μπορώ να συγκρατήσω τα συναισθήματά μου όταν είμαι ευτυχισμένος.

  5. Tienes que sujetar el libro con las dos manos.

  6. Πρέπει να κρατήσεις το βιβλίο με τα δύο χέρια.

Ιδωματικές εκφράσεις

Το "sujetar" χρησιμοποιείται και σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις, όπως:

  1. Sujetar el peso de la responsabilidad.
  2. Να κρατήσεις το βάρος της ευθύνης.

  3. Sujetar las riendas de la situación.

  4. Να κρατήσεις τα ηνία της κατάστασης.

  5. Sujetar la calma en momentos difíciles.

  6. Να διατηρήσεις την ηρεμία σε δύσκολες στιγμές.

  7. No puedo sujetar el deseo de aprender más.

  8. Δεν μπορώ να συγκρατήσω την επιθυμία να μάθω περισσότερα.

  9. Es necesario sujetar las emociones en un debate.

  10. Είναι απαραίτητο να συγκρατήσεις τα συναισθήματα σε μια συζήτηση.

Ετυμολογία

Το ρήμα "sujetar" προέρχεται από το λατινικό "subiacere", που σημαίνει "να είναι υποκείμενο" ή "να βρίσκεται κάτω από".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - mantener (να διατηρείς) - sostener (να στηρίζεις) - contener (να περιέχεις)

Αντώνυμα: - soltar (να αφήνεις) - liberar (να απελευθερώνεις) - desprender (να αποσπάς)



22-07-2024