Το "sujetar" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή του "sujetar" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /su.xeˈtaɾ/
Το ρήμα "sujetar" χρησιμοποιείται στη ισπανική γλώσσα για να περιγράψει τη δράση του να κρατάει κάτι, είτε σωματικά είτε μεταφορικά. Χρησιμοποιείται σε ποικιλία περιπτώσεων, όπως να στηρίξεις κάτι, να συγκρατήσεις μια κατάσταση ή να διατηρήσεις μια υποχρέωση.
Στη γλώσσα αυτή, το "sujetar" χρησιμοποιείται σχετικά συχνά και σε προφορικό και γραπτό λόγο, αν και μπορεί να παρατηρηθεί περισσότερη χρήση σε γραπτά κείμενα όπως περισσότερο τεχνικά ή νομικά κείμενα.
Είναι σημαντικό να κρατήσεις καλά τη λάμπα πριν την ανάψεις.
No puedo sujetar mis emociones cuando estoy feliz.
Δεν μπορώ να συγκρατήσω τα συναισθήματά μου όταν είμαι ευτυχισμένος.
Tienes que sujetar el libro con las dos manos.
Το "sujetar" χρησιμοποιείται και σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις, όπως:
Να κρατήσεις το βάρος της ευθύνης.
Sujetar las riendas de la situación.
Να κρατήσεις τα ηνία της κατάστασης.
Sujetar la calma en momentos difíciles.
Να διατηρήσεις την ηρεμία σε δύσκολες στιγμές.
No puedo sujetar el deseo de aprender más.
Δεν μπορώ να συγκρατήσω την επιθυμία να μάθω περισσότερα.
Es necesario sujetar las emociones en un debate.
Το ρήμα "sujetar" προέρχεται από το λατινικό "subiacere", που σημαίνει "να είναι υποκείμενο" ή "να βρίσκεται κάτω από".
Συνώνυμα: - mantener (να διατηρείς) - sostener (να στηρίζεις) - contener (να περιέχεις)
Αντώνυμα: - soltar (να αφήνεις) - liberar (να απελευθερώνεις) - desprender (να αποσπάς)