Ο όρος "sujeto pasivo" είναι μια φράση που αναφέρεται σε νομικό ή φορολογικό πλαίσιο και έχει τον ρόλο ενός ουσιαστικού.
/suˈxeto paˈsiβo/
Ο όρος "sujeto pasivo" χρησιμοποιείται στη νομική γλώσσα για να αναφερθεί στο πρόσωπο ή την οντότητα που υποχρεούται σε φορολογική ή νομική ευθύνη. Αυτό το πρόσωπο ή οντότητα είναι εκείνη που δέχεται τις συνέπειες των νομικών πράξεων ή της φορολογικής νομοθεσίας.
Ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως σε νομικά και φορολογικά κείμενα και λιγότερο στην καθημερινή ομιλία. Είναι πιο συχνά συναντήσιμο σε γραπτό λόγο, όπως νομικές συμβάσεις ή άρθρα σε νομικά περιοδικά.
El sujeto pasivo de un contrato es aquella persona que recibe las obligaciones.
(Το παθητικό υποκείμενο μιας σύμβασης είναι αυτό το πρόσωπο που δέχεται τις υποχρεώσεις.)
En una transacción comercial, el sujeto pasivo debe ser identificado correctamente.
(Σε μια εμπορική συναλλαγή, το παθητικό υποκείμενο πρέπει να ταυτοποιηθεί σωστά.)
La responsabilidad fiscal recae sobre el sujeto pasivo designado por la ley.
(Η φορολογική ευθύνη βαρύνει το παθητικό υποκείμενο που ορίζεται από το νόμο.)
Ο όρος "sujeto pasivo" δεν είναι πολύ κοινός σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να βρεθεί σε νομικά ή φορολογικά κείμενα, όπου η έννοια του "παθητικού υποκειμένου" διαδραματίζει ρόλο.
Solo se puede reclamar en contra del sujeto pasivo si ha habido una obligación incumplida.
(Μπορείς να αξιώσεις εναντίον του παθητικού υποκείμενου μόνο αν υπάρχει μια ανεκπλήρωτη υποχρέωση.)
El decreto establece que el sujeto pasivo tiene derechos sobre los bienes en cuestión.
(Το διάταγμα προβλέπει ότι το παθητικό υποκείμενο έχει δικαιώματα για τα αμέσως περιουσιακά στοιχεία.)
En caso de disputa, el sujeto pasivo debe presentar pruebas que lo eximan de responsabilidad.
(Σε περίπτωση διαφοράς, το παθητικό υπόκειμενο πρέπει να παρουσιάσει αποδείξεις που να το απαλλάσσουν από ευθύνη.)
Si un sujeto pasivo no cumple con sus obligaciones, puede enfrentar sanciones.
(Αν ένα παθητικό υποκείμενο δεν συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του, μπορεί να αντιμετωπίσει ποινές.)
Los derechos del sujeto pasivo en el contrato son fundamentales para su protección.
(Τα δικαιώματα του παθητικού υποκείμενου στη σύμβαση είναι θεμελιώδους σημασίας για την προστασία του.)
Ο όρος "sujeto" προέρχεται από το λατινικό "subjectus", που σημαίνει "υποκείμενος" ή "υπόκείμενος". Η λέξη "pasivo" προέρχεται επίσης από το λατινικό "passivus", το οποίο αναφέρεται στο να δέχεται ή να είναι υποκείμενος σε δράση.
Συνώνυμα: - Obligado - Responsabilidad
Αντώνυμα: - Sujeto activo (ενεργητικό υποκείμενο) - Exento
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα του όρου "sujeto pasivo" στο νομικό πλαίσιο της ισπανικής γλώσσας.