Sumario είναι ουσιαστικό.
/suˈmaɾjo/
Η λέξη sumario χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε μια συνοπτική αναφορά ή παρουσίαση των βασικών σημείων ενός κειμένου, ενός διαλόγου ή μιας διαδικασίας. Συχνά χρησιμοποιείται στους νομικούς και οικονομικούς τομείς για να περιγράψει μια συνοπτική έκθεση των γεγονότων ή των επιχειρημάτων. Η χρήση της είναι συχνή και σε γραπτό κείμενο αλλά και στον προφορικό λόγο.
El sumario del informe es muy claro y conciso.
(Η περίληψη της αναφοράς είναι πολύ σαφής και συνοπτική.)
En el juicio, el abogado presentó un sumario de las evidencias.
(Στη δίκη, ο δικηγόρος παρουσίασε μια ανακεφαλαίωση των αποδείξεων.)
Η λέξη sumario μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις ή φράσεις που σχετίζονται με τη δουλειά και την εκπαίδευση, όπως:
"Hacer un sumario de una reunión."
(Να κάνεις μια περίληψη μιας συνάντησης.)
"El sumario de la legislación es fundamental para entender el contexto."
(Η περίληψη της νομοθεσίας είναι θεμελιώδης για να κατανοήσεις το πλαίσιο.)
"Necesitamos un sumario breve para presentar a la junta."
(Χρειαζόμαστε μια συνοπτική παρουσίαση για να την παρουσιάσουμε στην επιτροπή.)
Η λέξη sumario προέρχεται από το λατινικό summarium, που σημαίνει "σύνοψη" ή "συγκεντρωτική παρουσίαση".
Με αυτές τις πληροφορίες, μπορείτε να κατανοήσετε τη χρήση και τη σημασία της λέξης sumario στον ισπανικό λόγο.