suministro - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
DICLIB.COM
AI-based language tools

suministro (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "suministro" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/su.mi.nis.tɾo/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "suministro" σημαίνει την παροχή ή προμήθεια αγαθών ή υπηρεσιών. Χρησιμοποιείται συχνά σε εμπορικά και οικονομικά συμφραζόμενα, καθώς και στη διοίκηση και τον εφοδιασμό. Είναι αρκετά κοινή στη χρήση της. Συχνότητα χρήσης: επαρκώς συχνή, περισσότερη σε γραπτό λόγο αλλά και σε προφορικό, κυρίως σε επαγγελματικά πλαίσια.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La empresa se encargará del suministro de los materiales necesarios.
    (Η εταιρεία θα αναλάβει την προμήθεια των απαραίτητων υλικών.)

  2. El suministro de energía es crucial para el funcionamiento de la ciudad.
    (Ο εφοδιασμός ενέργειας είναι κρίσιμος για τη λειτουργία της πόλης.)

  3. Se espera que el suministro de alimentos mejore en los próximos meses.
    (Αναμένεται ότι η παροχή τροφίμων θα βελτιωθεί τους επόμενους μήνες.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "suministro" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. "Suministro de emergencia"
    (Επείγουσα προμήθεια)
    Θεωρείται απαραίτητη σε καταστάσεις κρίσης.

  2. "Suministro constante"
    (Σταθερή παροχή)
    Χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει μια αδιάκοπη ροή αγαθών ή υπηρεσιών.

  3. "Suministro de materiales"
    (Προμήθεια υλικών)
    Συχνά αναφέρεται σε βιομηχανικές ή κατασκευαστικές ανάγκες.

  4. "Suministro eléctrico"
    (Ηλεκτρική παροχή)
    Αφορά την προμήθεια ηλεκτρικού ρεύματος σε έναν χώρο.

Ενδεικτικές προτάσεις με ιδιωματικές εκφράσεις

  1. El suministro de emergencia fue crucial tras el desastre natural.
    (Η επείγουσα προμήθεια ήταν κρίσιμη μετά την φυσική καταστροφή.)

  2. Necesitamos asegurarnos de un suministro constante de agua.
    (Πρέπει να διασφαλίσουμε μια σταθερή παροχή νερού.)

  3. La empresa ofrece un suministro de materiales de alta calidad.
    (Η εταιρεία προσφέρει προμήθεια υλικών υψηλής ποιότητας.)

  4. La interrupción del suministro eléctrico causó grandes problemas.
    (Η διακοπή της ηλεκτρικής παροχής προκάλεσε μεγάλα προβλήματα.)

Ετυμολογία

Η λέξη "suministro" προέρχεται από το λατινικό "subministrare", το οποίο σημαίνει "να παρέχεις ή να εφοδιάζεις" (sub- = κάτω, ministrare = να υπηρετείς).

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Provisión (παροχή) - Abastecimiento (εφοδιασμός)

Αντώνυμα: - Escasez (έλλειψη) - Deficiencia (ανεπάρκεια)

Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα για τη λέξη "suministro" στα Ισπανικά.



22-07-2024