suministros - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
DICLIB.COM
AI-based language tools

suministros (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "suministros" είναι ουσιαστικό και εμφανίζεται στον πληθυντικό αριθμό.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA): /su.miˈnis.tɾos/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "suministros" αναφέρεται γενικά σε προμήθειες ή εφόδια που παρέχονται για την εκτέλεση μιας εργασίας, δραστηριότητας ή υπηρεσίας. Χρησιμοποιείται συχνά σε εμπορικά και βιομηχανικά περιβάλλοντα, καθώς και στην καθημερινή γλώσσα. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή, ιδίως σε γραπτά κείμενα όπως συμβόλαια και λογιστικά έγγραφα, αλλά χρησιμοποιείται επίσης στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Los suministros para la construcción ya han llegado.
  2. Οι προμήθειες για την κατασκευή έχουν ήδη φτάσει.

  3. Es importante hacer un inventario de los suministros antes de empezar el proyecto.

  4. Είναι σημαντικό να γίνει απογραφή των εφοδίων πριν από την έναρξη του έργου.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "suministros" χρησιμοποιείται λιγότερο σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά σε ορισμένα πλαίσια μπορεί να συνδέεται με φράσεις που σχετίζονται με την προμήθεια και την εφοδιαστική. Εδώ είναι μερικές προτάσεις:

  1. No podemos iniciar la producción sin los suministros adecuados.
  2. Δεν μπορούμε να ξεκινήσουμε την παραγωγή χωρίς τις κατάλληλες προμήθειες.

  3. El retraso en la entrega de suministros afectó todo el plan.

  4. Η καθυστέρηση στην παράδοση των εφοδίων επηρέασε όλο το σχέδιο.

  5. Asegúrate de que los suministros estén siempre en stock.

  6. Βεβαιώσου ότι οι προμήθειες είναι πάντα διαθέσιμες στο απόθεμα.

  7. El departamento de suministros es crucial para el funcionamiento de la empresa.

  8. Το τμήμα προμηθειών είναι κρίσιμο για τη λειτουργία της εταιρείας.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "suministros" προέρχεται από το ρήμα "suministrar", που σημαίνει "να παρέχεις" ή "να εφοδιάσεις". Το "suministrar" προέρχεται από τη λατινική λέξη "subministrare".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - provisiones - abastecimientos

Αντώνυμα: - escasez (έλλειψη) - carencia (στέρηση)



23-07-2024