supeditar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

supeditar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

supeditar είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/supeðitaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη supeditar χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να υποδηλώσει την πράξη της υποταγής ή την κατάσταση όπου κάτι ή κάποιοι εξαρτώνται από κάτι άλλο. Σημαίνει, κατά κύριο λόγο, ότι ένα θέμα ή ένα γεγονός είναι αναγκαίο να προσαρμοστεί ή να περιοριστεί εξαιτίας άλλων παραγόντων. Χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να έχει υψηλότερη συχνότητα στη γραφή.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Es necesario supeditar los intereses personales a los del grupo.
    Είναι απαραίτητο να υποτάξουμε τα προσωπικά συμφέροντα στα του γκρουπ.

  2. El proyecto se debe supeditar al presupuesto disponible.
    Το έργο πρέπει να υποταχθεί στον διαθέσιμο προϋπολογισμό.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη supeditar μπορεί να εμφανίζεται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που εκφράζουν την έννοια της εξάρτησης ή της υποταγής.

  1. Supeditarse a la autoridad.
    Υποτάσσομαι στην εξουσία.

  2. No se puede supeditar la salud a la economía.
    Δεν μπορείς να υποτάξεις την υγεία στην οικονομία.

  3. Es importante supeditar los deseos a las necesidades.
    Είναι σημαντικό να υποτάξεις τις επιθυμίες στις ανάγκες.

  4. Los derechos humanos no deben supeditarse a la seguridad nacional.
    Τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν πρέπει να υποτάσσονται στην εθνική ασφάλεια.

Ετυμολογία

Η λέξη supeditar προέρχεται από τη λατινική λέξη subordinare, που σημαίνει "να υποτάσσω", όπου το πρόθεμα sub- υποδηλώνει "κάτω" ή "υπό", και το ρήμα ordinare σημαίνει "να οργανώνω" ή "να ταξινομώ".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - subordinar - depender - priorizar

Αντώνυμα: - independizar - emancipar - liberar

Αυτές οι πληροφορίες προσφέρουν μία ολοκληρωμένη κατανόηση της λέξης supeditar στη γλώσσα Ισπανικά.



23-07-2024