Η λέξη "suplente" είναι ένα ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "suplente" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι /supˈlente/.
Η λέξη "suplente" αναφέρεται σε ένα άτομο που αναλαμβάνει καθήκοντα ή ρόλο προσωρινά, συνήθως για να αντικαταστήσει κάποιον άλλο που είναι απών ή αδύνατος να εκτελέσει τα καθήκοντά του. Χρησιμοποιείται σε ποικιλία περιβαλλόντων, όπως στην εκπαίδευση (π.χ. αναπληρωτές δάσκαλοι), στην εργασία και στον νομικό τομέα.
Στη γλώσσα των Ισπανικών, η λέξη "suplente" χρησιμοποιείται τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο, αλλά ενδέχεται να παρατηρείται συχνότερα σε πιο επίσημα ή γραφειοκρατικά πλαίσια.
El profesor suplente llegó tarde a la clase.
(Ο αναπληρωτής καθηγητής ήρθε αργά στην τάξη.)
El suplente del abogado presentará el caso en su ausencia.
(Ο υποκαταστάτης του δικηγόρου θα παρουσιάσει την υπόθεση στην απουσία του.)
Necesitamos un suplente para el partido de fútbol el próximo sábado.
(Χρειαζόμαστε έναν αναπληρωτή για το ποδοσφαιρικό παιχνίδι το επόμενο Σάββατο.)
Η λέξη "suplente" μπορεί να ενσωματωθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, αν και δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε τέτοιες. Παρακάτω παρατίθενται ωστόσο κάποιες σχετικές προτάσεις:
Ser el suplente de alguien no es fácil cuando hay tanta presión.
(Να είσαι ο αναπληρωτής κάποιου δεν είναι εύκολο όταν υπάρχει τόση πίεση.)
El rol de suplente a veces se convierte en la oportunidad de brillar.
(Ο ρόλος του αναπληρωτή μερικές φορές μετατρέπεται σε ευκαιρία να λάμψεις.)
El suplente debe estar siempre listo para cualquier eventualidad.
(Ο αναπληρωτής πρέπει πάντα να είναι έτοιμος για οποιαδήποτε ενδεχόμενη κατάσταση.)
Η λέξη "suplente" προέρχεται από το ρήμα "suplir", που σημαίνει "να αντικαθιστώ" ή "να αναπληρώνω". Η ρίζα της είναι λατινικής προέλευσης, από τη λέξη "supplere", που σημαίνει "να γεμίσω" ή "να επανορθώσω".
Συνώνυμα: - alternante (εναλλακτικός) - reemplazo (αντικαταστάτης)
Αντώνυμα: - principal (κύριος) - titular (κανονικός)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια πλήρη εικόνα της λέξης "suplente" και της χρήσης της στην ισπανική γλώσσα.