surgimiento - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

surgimiento (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

surgimiento: ουσιαστικό

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /suɾ.xiˈmien.to/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη surgimiento αναφέρεται στην πράξη της εμφάνισης, αυτή δηλώνει την αρχή ή την αναδυόμενη κατάσταση ενός γεγονότος, ενός φαινομένου ή μίας οντότητας. Χρησιμοποιείται συχνά σε επιστημονικά, κοινωνικά και πολιτικά κείμενα και παρουσιάζει μεγαλύτερη συχνότητα στα γραπτά κείμενα παρά στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El surgimiento de nuevas tecnologías ha cambiado la forma en que nos comunicamos.
  2. Η εμφάνιση νέων τεχνολογιών έχει αλλάξει τον τρόπο που επικοινωνούμε.

  3. El surgimiento de movimientos sociales es un reflejo de la necesidad de cambio.

  4. Η εμφάνιση κοινωνικών κινημάτων είναι μια αντανάκλαση της ανάγκης για αλλαγή.

Ιδιωματικές εκφράσεις με τη λέξη

Η λέξη surgimiento δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο, μπορεί να συμπληρώσει φράσεις που αναφέρονται σε κινητοποιήσεις ή νέες καταστάσεις. Ακολουθούν παραδείγματα:

  1. El surgimiento de la identidad cultural es esencial para la preservación de nuestras tradiciones.
  2. Η εμφάνιση της πολιτισμικής ταυτότητας είναι απαραίτητη για τη διατήρηση των παραδόσεών μας.

  3. El surgimiento de líderes comunitarios ha fortalecido la cohesión social.

  4. Η εμφάνιση κοινοτικών ηγετών έχει ενδυναμώσει τη κοινωνική συνοχή.

  5. El surgimiento de problemas ambientales requiere una respuesta urgente.

  6. Η εμφάνιση περιβαλλοντικών προβλημάτων απαιτεί άμεση αντίδραση.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη surgimiento προέρχεται από το ρήμα surgir, το οποίο σημαίνει "να ανακύπτει, να προέρχεται", και καταλήγει σε -imiento, που είναι μια προσφυγή για την παραγωγή ουσιαστικών που δηλώνουν διαδικασία ή κατάσταση.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - aparición - emergente - nacer

Αντώνυμα: - desaparición - extinción - cese



23-07-2024