Το "surgir" είναι ρήμα στα Ισπανικά.
/suɾˈxiɾ/
Το ρήμα "surgir" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να περιγράψει τη διαδικασία κατά την οποία κάτι προκύπτει, αναδύεται ή εμφανίζεται από κάπου. Η συχνότητα χρήσης του είναι αρκετά υψηλή, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να παρατηρηθεί περισσότερη χρήση σε γραπτά κείμενα.
El problema comenzó a surgir cuando menos lo esperábamos.
Το πρόβλημα άρχισε να προκύπτει όταν το λιγότερο το περιμέναμε.
Nuevas ideas suelen surgir en momentos de crisis.
Νέες ιδέες συνήθως αναδύονται σε στιγμές κρίσης.
Η λέξη "surgir" συχνά χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
Surgir de la nada.
Αναδύομαι από το πουθενά.
(Εννοεί την εμφάνιση κάτι ή κάποιου χωρίς προηγούμενη προειδοποίηση.)
Cuando las dudas surgen, hay que preguntar.
Όταν οι αμφιβολίες προκύπτουν, πρέπει να ρωτάμε.
(Χρησιμοποιείται για να υπογραμμίσει τη σημασία της επικοινωνίας.)
Surge un nuevo líder entre la multitud.
Αναδύεται ένας νέος ηγέτης ανάμεσα στο πλήθος.
(Σημαίνει ότι κάποιος ξεχωρίζει και αναλαμβάνει ηγετική θέση.)
Las oportunidades siempre surgen en el momento adecuado.
Οι ευκαιρίες πάντα προκύπτουν την κατάλληλη στιγμή.
(Αντικατοπτρίζει την ιδέα ότι οι κατάλληλες συγκυρίες εμφανίζονται συνήθως όταν είναι απαραίτητο.)
Το "surgir" προέρχεται από το Λατινικό "surgere", που σημαίνει "σηκώνομαι" ή "ανεβαίνω".
Συνώνυμα: - Emerger (αναδύομαι) - Aparecer (εμφανίζομαι) - Producirse (παράγονται)
Αντώνυμα: - Desaparecer (εξαφανίζομαι) - Caer (πέφτω) - Hundirse (καταβαίνω)