Η λέξη sutil είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης είναι: /suˈtil/
Η λέξη sutil αναφέρεται σε κάτι που είναι λεπτό, διακριτικό ή που έχει έναν υποδόριο χαρακτήρα. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει πράξεις, σκέψεις ή συναισθήματα που είναι δύσκολο να γίνουν αντιληπτά ή που απαιτούν προσοχή για να διακρίνονται. Στη γλώσσα των Ισπανικών, μπορεί να χρησιμοποιείται σε γραπτό και προφορικό λόγο, αν και ίσως να είναι πιο συνηθισμένη σε γραπτές περιγραφές όπου απαιτείται γλώσσα που να εκφράζει παρατήρηση ή ανάλυση.
Η λεπτότητα του επιχειρήματός του ήταν εντυπωσιακή.
Ella tiene un sentido del humor muy sutil.
Έχει μια πολύ λεπτή αίσθηση του χιούμορ.
La pintura muestra un estilo sutil que atrae al espectador.
Η λέξη sutil δεν είναι ιδιαίτερα κοινή σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά χρησιμοποιείται σε αρκετές φράσεις που δείχνουν τη σημασία της.
Να είσαι λεπτός όπως μια ψίθυρος.
La sutil línea entre el amor y la amistad.
Η λεπτή γραμμή μεταξύ της αγάπης και της φιλίας.
Un sutil juego de palabras puede cambiar el significado.
Ένα λεπτό λογοπαίγνιο μπορεί να αλλάξει το νόημα.
Notar las sutilezas en una conversación es importante.
Η λέξη sutil προέρχεται από το λατινικό "subtilis", το οποίο σημαίνει "λεπτός" ή "ευαίσθητος".
Συνώνυμα: delicado, fino, tenue
Αντώνυμα: tosco, grosero, burdo