Η λέξη "taquilla" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης στα Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο (IPA) είναι: /taˈkija/.
Η λέξη "taquilla" μπορεί να μεταφραστεί στα ελληνικά ως: - Ταμείο - Κιόσκι (σε περιπτώσεις εισιτηρίων)
Η λέξη "taquilla" αναφέρεται γενικά σε ένα ταμείο ή μια περιοχή όπου πωλούνται εισιτήρια, είτε για κινηματογράφο, θέατρο ή για διάφορες άλλες εκδηλώσεις. Η χρήση της είναι αρκετά συχνή στην καθημερινή γλώσσα, και το ενδέχεται να απαντάται περισσότερο στον προφορικό λόγο όταν γίνεται αναφορά σε περιοχές από όπου αγοράζονται εισιτήρια.
"Voy a comprar los boletos en la taquilla."
"Πηγαίνω να αγοράσω τα εισιτήρια στο ταμείο."
"La taquilla abre a las diez de la mañana."
"Το ταμείο ανοίγει στις δέκα το πρωί."
"No olvides pasar por la taquilla antes de la película."
"Μην ξεχάσεις να περάσεις από το ταμείο πριν από την ταινία."
Η λέξη "taquilla" δεν είναι κοινά χρησιμοποιούμενη σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε σχετικές περιφράσεις στην καθημερινή γλώσσα:
"La taquilla no para de vender boletos."
"Το ταμείο δεν σταματά να πουλάει εισιτήρια." (σημαίνει ότι υπάρχει μεγάλη ζήτηση)
"Hay que hacer cola en la taquilla."
"Πρέπει να σταθείς στην ουρά στο ταμείο." (αναφορά στην αναμονή που απαιτείται)
"Cuando llegamos, la taquilla ya estaba cerrada."
"Όταν φτάσαμε, το ταμείο ήταν ήδη κλειστό." (αναφορά σε χρονικά περιθώρια)
Η λέξη "taquilla" προέρχεται από τη λατινική λέξη "tacella", που σημαίνει "μικρή κλειδαριά" ή "κλείδωμα". Η εξέλιξή της οδήγησε στη σημασία που έχει σήμερα.
Συνώνυμα: - Caja (ταμείο) - Ventanilla (παράθυρο ταμείου)
Αντώνυμα: - Entrada (είσοδος) - Salida (έξοδος)
Αυτές οι λέξεις ενδέχεται να χρησιμοποιούνται σε παρόμοια συμφραζόμενα αλλά με ελαφρές διαφορές στην έννοια.