tarea - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

tarea (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ο όρος "tarea" είναι ουσιαστικό (substantivo).

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή (Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο): [taˈɾe.a]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "tarea" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να δηλώσει μια εργασία ή καθήκον που πρέπει να εκτελεστεί. Συχνά αναφέρεται σε σχολικές εργασίες ή καθημερινές ευθύνες. Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι αρκετή, κυρίως στο προφορικό και γραπτό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La tarea de hoy es escribir un ensayo.
  2. Η εργασία για σήμερα είναι να γράψεις ένα δοκίμιο.

  3. Tengo que terminar mi tarea antes de salir.

  4. Πρέπει να τελειώσω την εργασία μου πριν βγω.

  5. La profesora nos dio una tarea muy difícil.

  6. Η καθηγήτρια μας έδωσε μια πολύ δύσκολη εργασία.

Ιδιωματικές εκφράσεις με τη λέξη "tarea"

  1. Hacer la tarea.
  2. Να κάνω την εργασία.
  3. Αυτός ο όρος αναφέρεται συνήθως στην εκτέλεση των σχολικών καθηκόντων.

  4. Tener tarea acumulada.

  5. Να έχω συσσωρευμένη εργασία.
  6. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την κατάσταση όταν κάποιος έχει πολλές εργασίες που πρέπει να ολοκληρώσει.

  7. No hay tarea sin recompensa.

  8. Δεν υπάρχει εργασία χωρίς ανταμοιβή.
  9. Δείχνει ότι η σκληρή δουλειά αποφέρει πάντα καρπούς.

  10. Dividir la tarea en partes.

  11. Να χωρίσεις την εργασία σε μέρη.
  12. Προτείνει τη στρατηγική της διαχείρισης του χρόνου και του φόρτου εργασίας.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "tarea" προέρχεται από το λατινικό "tarra", που σημαίνει "δουλειά" ή "εργασία".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - trabajo (δουλειά) - deber (καθήκον)

Αντώνυμα: - ocio (ανάπαυση) - descanso (ξεκούραση)



22-07-2024