tensor - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

tensor (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "tensor" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "tensor" στη διεθνή φωνητική αλφάβητο (IPA) είναι /ˈtɛn.sər/.

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "tensor" αναφέρεται σε μαθηματική έννοια ή φυσική έννοια, που καθορίζει έναν ειδικό τύπο αντικειμένου που γενικεύει τις έννοιες των διανυσμάτων και των πινάκων. Στην ιατρική, αναφέρεται και σε σκελετικά ή μυϊκά τμήματα του σώματος, όπως στο τέντωμα ενός μυός. Στην Ισπανικά γλώσσα, χρησιμοποιείται συχνά σε τεχνικούς και επιστημονικούς τομείς, όπως η μηχανική, η φυσική και η ιατρική. Η χρήση του είναι συνήθως γραπτή και πιο σπάνια προφορική.

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. El tensor tiene múltiples aplicaciones en física y matemáticas.
  2. Ο τένσορας έχει πολλές εφαρμογές στη φυσική και τα μαθηματικά.

  3. En medicina, se estudian los tensores musculares para entender mejor el movimiento.

  4. Στην ιατρική, μελετώνται οι μυϊκοί τένσορες για να κατανοηθεί καλύτερα η κίνηση.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "tensor" δεν είναι αναγνωρίσιμη σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα, όπως είναι πιο τεχνική. Ωστόσο, υπάρχουν εκφράσεις που περιλαμβάνουν την έννοια του τένσουρα:

  1. Tensar los músculos.
  2. Σημαίνει: Τεντώνω τους μύες.
  3. Χρήση: Es importante tensar los músculos antes de ejercer ejercicio. (Είναι σημαντικό να τεντώσετε τους μύες πριν ασκήσετε άσκηση.)

  4. Cargar el tensor.

  5. Σημαίνει: Να φορτίσω τον τένσορα (συνήθως σε μηχανικά ή φυσικά πλαίσια).
  6. Χρήση: Necesitamos cargar el tensor para que el sistema funcione correctamente. (Πρέπει να φορτίσουμε τον τένσορα ώστε το σύστημα να λειτουργήσει σωστά.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "tensor" προέρχεται από τα Λατινικά "tensorem", που σημαίνει "αυτός που τεντώνει", από το ρήμα "tendere", που σημαίνει "τείνω" ή "τεντώνω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Diagrama (για τη μαθηματική έννοια) - Matriz (σε ορισμένα πλαίσια)

Αντώνυμα: - Relajar (χαλαρώνω) - Flacear (χαλαρώνω ή αποδυναμώνω)



23-07-2024