Η λέξη "terciopelo" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή του "terciopelo" είναι /teɾθjopelo/ στην ισπανική προφορά.
Η λέξη "terciopelo" αναφέρεται σε ένα είδος μαλακού και πολυτελούς υφάσματος, το βελούδο. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει ρούχα, κουρτίνες και διάφορα υφάσματα που έχουν αυτή την υφή. Στην ισπανική γλώσσα, η λέξη χρησιμοποιείται συχνά σε γραπτό και προφορικό λόγο, αλλά ενδέχεται να εμφανίζεται περισσότερο σε καταστάσεις που αφορούν μόδα ή διακόσμηση.
Η καρέκλα είναι καλυμμένη με κόκκινο βελούδο.
Ella compró un vestido de terciopelo para la fiesta.
Αγόρασε ένα φόρεμα από βελούδο για το πάρτι.
El terciopelo es un material muy elegante para cortinas.
Η λέξη "terciopelo" δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά χρησιμοποιείται στις ακόλουθες περιπέτειες και εκφράσεις:
Μετάφραση: "Ένας τύπος βελούδου", αναφερόμενος σε κάτι απαλό και ευχάριστο, όπως μια ευχάριστη εμπειρία.
"Entrar en el terciopelo"
Μετάφραση: "Εισέρχομαι στο βελούδο", χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια ήρεμη ή πολυτελή κατάσταση.
"Sensación de terciopelo"
Η λέξη "terciopelo" προέρχεται από τη λατινική λέξη "tercium" που σημαίνει 'τρίτο' και "pellis" που σημαίνει 'δέρμα'. Στα μεσαιωνικά χρόνια, η λέξη αναφερόταν σε ένα τρίτο στρώμα ή ύφασμα, το οποίο εξελίχθηκε στη σημερινή του χρήση.
Συνώνυμα: - Vellón (μαλλί) - Tela suave (μαλακό ύφασμα)
Αντώνυμα: - Algodón (βαμβάκι) - Tela áspera (τραχό ύφασμα)
Αυτή η λεπτομερής ανάλυση της λέξης "terciopelo" αναδεικνύει την πλούσια σημασία και χρήση της στην ισπανική γλώσσα, παράλληλα με τις πολιτισμικές της προεκτάσεις.