Το "terrateniente" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή του "terrateniente" στα διεθνή φωνητικά αλφάβητο (IPA) είναι: /terra.tenˈjente/.
Η λέξη "terrateniente" αναφέρεται σε κάποιον που κατέχει εκτενή γη ή κτήματα, συνήθως σε αγροτικές περιοχές. Η χρήση της είναι κοινή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αλλά είναι πιο συχνή στα νομικά και οικονομικά κείμενα.
El terrateniente decidió vender una parte de su tierra.
(Ο γαιοκτήμονας αποφάσισε να πουλήσει ένα μέρος της γης του.)
Muchos terratenientes son responsables de la producción agrícola en la región.
(Πολλοί γαιοκτήμονες είναι υπεύθυνοι για την αγροτική παραγωγή στην περιοχή.)
Η λέξη "terrateniente" χρησιμοποιείται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις κυρίως σε αναφορές στην κοινωνική και οικονομική κατάσταση:
Terrateniente a la antigua
(Γαιοκτήμονας της παλιάς εποχής)
Αναφέρεται σε παραδοσιακούς γαιοκτήμονες που διαχειρίζονται κτήματα με παλιές πρακτικές.
Luchar contra terratenientes
(Να παλέψεις ενάντια στους γαιοκτήμονες)
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει αγώνες κατά των μεγαλοκτημόνων και των ανισοτήτων που προκαλούν.
La vida de un terrateniente
(Η ζωή ενός γαιοκτήμονα)
Αναφέρεται στους προνομιακούς όρους και τις δυνατότητες που έχει κάποιος λόγω της γαιοκτησίας του.
Η λέξη "terrateniente" προέρχεται από τη σύνθεση των λατινικών λέξεων "terra" (γη) και "tenere" (να κατέχει). Σημαίνει κυριολεκτικά "εκείνος που κατέχει γη".
Συνώνυμα: * Goyote (ελάχιστα ενορχηστρωμένο); * Agricultor de grandes tierras (αγρότης με μεγάλες εκτάσεις).
Αντώνυμα: * Pequeño agricultor (μικρός αγρότης); * Campesino (αγρότης).
Αυτή η λέξη παίζει σημαντικό ρόλο στις συζητήσεις σχετικά με τη γη, την αγροτική πολιτική και την κοινωνική δικαιοσύνη.