terreno - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

terreno (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "terreno" είναι ουσιαστικό στα Ισπανικά.

Φωνητική μεταγραφή

Фωνητική μεταγραφή: [teˈre.no]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "terreno" αναφέρεται γενικά στο έδαφος ή την επιφάνεια του εδάφους. Χρησιμοποιείται ευρέως σε διάφορα πλαίσια, όπως η γεωγραφία, η γεωλογία, και η οικονομία σχετικά με τις ιδιοκτησίες γης. Στη γλώσσα Ισπανικά, η χρήση της είναι αρκετά συχνή, και ενδέχεται να εμφανίζεται περισσότερο στο γραπτό πλαίσιο (π.χ. νομικά έγγραφα, αναφορές κτηματολογίου) σε σύγκριση με τον προφορικό λόγο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. El terreno es muy fértil para la agricultura.
    (Το έδαφος είναι πολύ γόνιμο για τη γεωργία.)

  2. Compramos un terreno para construir nuestra casa.
    (Αγοράσαμε ένα κτήμα για να χτίσουμε το σπίτι μας.)

  3. El terreno de juego está bien mantenido.
    (Η περιοχή του παιχνιδιού είναι καλά συντηρημένη.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "terreno" χρησιμοποιείται και σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:

  1. Terra de nadie.
    (Γη κανενός.)
    Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια περιοχή που δεν ανήκει σε κανέναν ή μια κατάσταση απομόνωσης.

  2. Perder terreno.
    (Χάνω έδαφος.)
    Αναφέρεται στην απώλεια πλεονεκτημάτων ή θέσεων σε μια διαμάχη ή σε έναν ανταγωνισμό.

  3. Tener terreno ganado.
    (Έχω κερδίσει έδαφος.)
    Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάποιος έχει αποκτήσει πλεονέκτημα ή ότι η θέση του είναι καλύτερη σε σχέση με τους άλλους.

  4. Abrir terreno.
    (Ανοίγω έδαφος.)
    Σημαίνει να δημιουργείς ευκαιρίες ή να εισάγεις νέες ιδέες ή καινοτομίες.

  5. Estar en terreno firme.
    (Είμαι σε σταθερό έδαφος.)
    Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια κατάσταση που είναι ασφαλής ή σίγουρη.

Ετυμολογία

Η λέξη "terreno" προέρχεται από το λατινικό "terrănum", το οποίο σημαίνει "έδαφος" ή "γη".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - suelo (έδαφος) - campo (πεδίο) - sitio (τόπος)

Αντώνυμα: - aire (αέρας) - mar (θάλασσα) - agua (νερό)

Η λέξη "terreno" είναι ένα σημαντικό και πολύπλευρο όρος στην ισπανική γλώσσα, χρησιμοποιούμενος σε πολλές πολιτισμικές και καθημερινές συναφές.



22-07-2024