tijera - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

tijera (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "tijera" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "tijera" είναι /tiˈxeɾa/.

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "tijera" αναφέρεται σε ένα εργαλείο που χρησιμοποιείται για το κόψιμο υλικών, συνήθως με δύο λεπίδες που συνδέονται σε μία κεντρική άρθρωση. Είναι περισσότερο γνωστή για τη χρήση της στο εμπόριο ραπτικής και στο σπίτι, καθώς και σε άλλους τομείς όπως η γραφική τέχνη.

Η χρήση της "tijera" είναι πολύ συχνή στην ισπανική γλώσσα, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο. Ωστόσο, μπορεί να εμφανίζεται πιο συχνά σε γραπτές περιγραφές ή οδηγίες.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Necesitas una tijera para cortar el papel.
    Χρειάζεστε ένα ψαλίδι για να κόψετε το χαρτί.

  2. Ella utiliza la tijera para hacer manualidades.
    Αυτή χρησιμοποιεί το ψαλίδι για να κάνει κατασκευές.

Ιδιωματικές εκφράσεις με τη λέξη "tijera"

  1. "Cortar con tijeras" significa romper una relación.
    "Κόβω με ψαλίδι" σημαίνει να σπάω μια σχέση.

  2. "Tijeras en mano" se refiere a estar listo para actuar o tomar decisiones.
    "Ψαλίδι στο χέρι" αναφέρεται στο να είσαι έτοιμος να δράσεις ή να πάρεις αποφάσεις.

  3. "Hacer tijera" implica reducir algo de manera significativa.
    "Κάνω ψαλίδι" συνεπάγεται τη σημαντική μείωση κάποιου πράγματος.

  4. "Tijeras al aire" significa que algo está en situación incierta.
    "Ψαλίδια στον αέρα" σημαίνει ότι κάτι είναι σε αβέβαιη κατάσταση.

  5. "No hay tijera que corte" indica que una situación no se puede resolver fácilmente.
    "Δεν υπάρχει ψαλίδι που να κόβει" υποδηλώνει ότι μια κατάσταση δεν μπορεί να λυθεί εύκολα.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "tijera" προέρχεται από τη λατινική λέξη "cisoria", που σημαίνει "αυτό που κόβει".

Συνώνυμα και Αντώνυμα



22-07-2024