Εδώ η λέξη "tirar" είναι ρήμα.
Φωνητική μεταγραφή: /tiˈɾaɾ/
Η λέξη "tirar" σημαίνει "ρίχνω" ή "πετώ" και χρησιμοποιείται ευρέως στη γλώσσα Ισπανικά σε πολλές καταστάσεις. Μπορεί να αναφέρεται στην πράξη του ρίχνω κάτι προς τα κάτω, να απορρίπτω ή να εκτοξεύω. Είναι αρκετά συχνός στη χρήση του, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
Necesito tirar la basura.
Χρειάζομαι να ρίξω τα σκουπίδια.
Ella tiró la pelota al perro.
Αυτή πέταξε την μπάλα στον σκύλο.
Es mejor tirar las cosas que no usas.
Είναι καλύτερο να απορρίπτεις τα πράγματα που δεν χρησιμοποιείς.
Η λέξη "tirar" χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις στη γλώσσα Ισπανικά. Ακολουθούν μερικές προτάσεις με τέτοιες εκφράσεις:
Tirar la toalla.
Ρίχνω την πετσέτα (παραδίνομαι).
Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάποιος εγκαταλείπει ή τα παρατά.
Tirar por la borda.
Ρίχνω από το κατάστρωμα (απαξιώνω κάτι χωρίς σκέψη).
Έννοια που υποδηλώνει την απόρριψη ή την εγκατάλειψη ενός σχεδίου ή ιδέας.
No hay que tirar de la cuerda, o se romperá.
Δεν πρέπει να τραβάς το σχοινί, αλλιώς θα σπάσει.
Υποδηλώνει ότι πρέπει να έχουμε μέτρο στις ενέργειές μας.
Tirar a dar.
Πετώ για να χτυπήσω.
Χρησιμοποιείται ώστε να αναφέρεται σε μια ενέργεια που γίνεται με σκοπό να επιτύχεις κάτι.
Η λέξη "tirar" προέρχεται από το λατινικό "tĭrāre", που σημαίνει "να τραβήξω".
Συνώνυμα: - lanzar - arrojar - echar
Αντώνυμα: - recoger (μαζεύω) - guardar (φυλάω)
Αυτές οι πληροφορίες συνθέτουν μια πλήρη εικόνα για τη λέξη "tirar" στην ισπανική γλώσσα.