tiritar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

tiritar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Tiritar είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /ti.ɾiˈtaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη tiritar χρησιμοποιείται στα ισπανικά για να περιγράψει την κίνηση ή το αίσθημα του τρέμματος, συνήθως κατά τη διάρκεια ψυχρού καιρού ή σε συναισθηματικές καταστάσεις, όπως ο φόβος.

Συχνότητα χρήσης: Η λέξη είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη στον προφορικό λόγο σε κοινωνικές συζητήσεις και καθημερινές καταστάσεις, αλλά μπορεί επίσης να εμφανίζεται σε γραπτά κείμενα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Cuando hace frío, a veces empiezo a tiritar.
  2. Όταν κάνει κρύο, μερικές φορές αρχίζω να τρέμω.

  3. Ella estaba tan asustada que no podía dejar de tiritar.

  4. Ήταν τόσο φοβισμένη που δεν μπορούσε να σταματήσει να τρέμει.

  5. El perro empezó a tiritar cuando lo sacamos a la nieve.

  6. Ο σκύλος άρχισε να τρέμει όταν τον βγάλαμε στο χιόνι.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη tiritar δεν αποτελεί μέρος πολλών ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με άλλες λέξεις για να εκφράσει καταστάσεις λαχτάρας ή φόβου.

  1. Me hace tiritar solo de pensarlo.
  2. Με κάνει να τρέμω μόνο που το σκέφτομαι.

  3. Al ver la película de terror, empecé a tiraritar.

  4. Όταν είδα την ταινία τρόμου, άρχισα να τρέμω.

  5. Estaba tan nervioso que no podía dejar de tiraritar.

  6. Ήμουν τόσο νευρικός που δεν μπορούσα να σταματήσω να τρέμω.

Ετυμολογία

Η λέξη tiritar προέρχεται από τη λατινική λέξη "tremitare," η οποία σημαίνει "τρέμω" ή "κλονίζομαι."

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - temblar (τρέμω) - estremecer (ταρακουνώ)

Αντώνυμα: - calmarse (ηρεμώ) - estabilizar (σταθεροποιώ)



23-07-2024