tomador - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

tomador (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ρήμα (ή ουσιαστικό)

Φωνητική μεταγραφή

[toˈmaðoɾ]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "tomador" στα Ισπανικά αναφέρεται σε ένα πρόσωπο που παίρνει κάτι, συνήθως σε διαδικασίες που περιλαμβάνουν συναλλαγές ή συμβάσεις. Μπορεί να χρησιμοποιείται σε νομικά ή εμπορικά συμφραζόμενα για τον προσδιορισμό αυτού που ολοκληρώνει μια αγορά ή συμμετέχει σε μια συμφωνία. Η συχνότητα χρήσης της είναι αξιοσημείωτη και εμφανίζεται πιο συχνά σε γραπτά κείμενα παρά σε προφορικούς λόγους.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El tomador de decisiones debe evaluar todas las opciones.
  2. Ο αγοραστής αποφάσεων πρέπει να αξιολογήσει όλες τις επιλογές.

  3. Como tomador de crédito, él tiene responsabilidades importantes.

  4. Ως δειγματολήπτης πίστωσης, έχει σημαντικές ευθύνες.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "tomador" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις, που ενισχύουν τη σημασία της στο καθημερινό λεξιλόγιο.

  1. Tomador de riesgos
  2. Αναφέρεται σε κάποιον που αναλαμβάνει ρίσκα, ειδικά στην επιχειρηματική ή επενδυτική ατμόσφαιρα.
  3. Ελληνική μετάφραση: Αυτός που αναλαμβάνει ρίσκα.

  4. Tomador de decisiones

  5. Σημαίνει αυτόν που παίρνει τις αποφάσεις σε μια ομάδα ή οργανισμό.
  6. Ελληνική μετάφραση: Αυτός που παίρνει αποφάσεις.

  7. Tomador de agua

  8. Όρος που μπορεί να χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που συλλέγει νερό, συχνά παραπομπής σε παραδοσιακά ή γεωργικά συμφραζόμενα.
  9. Ελληνική μετάφραση: Αυτός που συγκεντρώνει νερό.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "tomador" προέρχεται από το ρήμα "tomar," που σημαίνει "να παίρνω," με την προσθήκη του επιθήματος "-dor," το οποίο υποδηλώνει κάποιον που εκτελεί την ενέργεια αυτού του ρήματος.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Acredor (αυτός που πιστώνει) - Comprador (αγοραστής)

Αντώνυμα: - Vendedor (πωλητής) - Donador (δωρητής)



23-07-2024