Η λέξη "tomate" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "tomate" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /toˈmate/.
Η λέξη "tomate" αναφέρεται στο φρούτο που γνωρίζουμε ως ντομάτα. Είναι ένα βασικό συστατικό στην ισπανική και άλλες κουζίνες, χρησιμοποιούμενη συχνά σε σαλάτες, σάλτσες και διάφορα πιάτα. Στη γλώσσα των Ισπανικών, η "tomate" χρησιμοποιείται αρκετά συχνά και σε προφορικό αλλά και σε γραπτό πλαίσιο.
El tomate es un ingrediente esencial en la ensalada.
(Η ντομάτα είναι ένα βασικό υλικό στη σαλάτα.)
Me gusta comer tomate con aceite y sal.
(Μου αρέσει να τρώω ντομάτα με λάδι και αλάτι.)
Η λέξη "tomate" χρησιμοποιείται σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:
Estar como un tomate
(Να είσαι σαν ντομάτα - να κοκκινίζεις από ντροπή.)
Ejemplo: Cuando le dije que me gustaba, se quedó como un tomate.
(Όταν του είπα ότι μου αρέσει, έμεινε σαν ντομάτα.)
Echar tomates
(Να πετάς ντομάτες - να κατηγορείς ή να επιτίθεσαι.)
Ejemplo: No debes echar tomates a tus compañeros.
(Δεν πρέπει να κατηγορείς τους συναδέλφους σου.)
Tomate tu tiempo
(Πάρε τον χρόνο σου.)
Ejemplo: No hay prisa, tomate tu tiempo.
(Δεν υπάρχει βιασύνη, πάρε τον χρόνο σου.)
Η λέξη "tomate" προέρχεται από την αζτεκική λέξη "tomatl". Οι αρχαίοι Μεξικανοί άρχισαν να καλλιεργούν τις ντομάτες πριν από χιλιάδες χρόνια, και η λέξη πέρασε στη ισπανική γλώσσα μέσω των Ισπανών κατακτητών.
Συνώνυμα: - Fruto rojo (κόκκινος καρπός) - σε πιο γενικές αναφορές.
Αντώνυμα: - Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν υπάρχουν ακριβή αντώνυμα για τη λέξη "tomate", καθώς πρόκειται για συγκεκριμένο φρούτο. Ωστόσο, άλλα φρούτα ή λαχανικά μπορούν να θεωρηθούν φαινομενικά ως αντώνυμα ανάλογα με τη χρήση και την κατηγορία.