Η φράση "traer cuenta" αποτελείται από δύο λέξεις: - "traer": ρήμα - "cuenta": ουσιαστικό
/tra.eɾ ˈkwen.ta/
Στη γλώσσα των Ισπανικών, "traer cuenta" μπορεί να ερμηνευτεί ως "φέρνω λογαριασμό". Χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορες καταστάσεις που αφορούν την παρουσίαση ενός λογαριασμού ή την απαίτηση απολογισμού. Συνήθως, χρησιμοποιείται σε γραπτό και προφορικό λόγο.
"Es importante traer cuenta antes de hacer el pago."
"Είναι σημαντικό να φέρεις τον λογαριασμό πριν από την πληρωμή."
"Cuando terminé la cena, decidí traer cuenta al camarero."
"Όταν τελείωσα το δείπνο, αποφάσισα να φέρω τον λογαριασμό στον σερβιτόρο."
Η φράση "traer cuenta" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις:
"Traer cuenta de los gastos."
"Φέρνω λογαριασμό για τα έξοδα."
"Es necesario traer cuenta de nuestras acciones."
"Είναι απαραίτητο να φέρνουμε λογαριασμό για τις πράξεις μας."
"Siempre intento traer cuenta a mis colaboradores."
"Πάντα προσπαθώ να φέρνω λογαριασμούς στους συνεργάτες μου."
"No olvides traer cuenta de la reunión."
"Μην ξεχάσεις να φέρεις λογαριασμό από τη συνάντηση."
"Traer cuenta es un signo de responsabilidad."
"Το να φέρνεις λογαριασμό είναι σημάδι ευθύνης."
Συνώνυμα: - "Informar" (ενημερώνω) - "Reportar" (αναφέρω)
Αντώνυμα: - "Omitir" (παραλείπω) - "Ignorar" (αγνοώ)