traficante - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

traficante (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "traficante" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή του "traficante" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /tɾafiˈkante/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Η λέξη "traficante" μπορεί να μεταφραστεί στα ελληνικά ως: - έμπορος - διακινητής - λαθρέμπορος (συνήθως αναφέρεται σε διακινητές ναρκωτικών ή άλλων παράνομων αγαθών)

Σημασία και χρήση

Η λέξη "traficante" χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει άτομα που διακινούν ή εμπορεύονται παράνομα αγαθά, όπως ναρκωτικά, όπλα ή ανθρώπους. Συνήθως χρησιμοποιείται σε νομικά και οικονομικά συμφραζόμενα. Στη γλώσσα των Ισπανικών, η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι υψηλή, κυρίως σε γραπτά κείμενα και μέσα ενημέρωσης σχετιζόμενα με το οργανωμένο έγκλημα.

Παραδείγματα

  1. El traficante fue arrestado por la policía.
  2. Ο διακινητής συνελήφθη από την αστυνομία.

  3. Los traficantes de drogas son una amenaza para la sociedad.

  4. Οι έμποροι ναρκωτικών είναι μια απειλή για την κοινωνία.

  5. La policía desmanteló una red de traficantes.

  6. Η αστυνομία κατέστρεψε ένα δίκτυο διακινητών.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "traficante" συχνά χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, κυρίως σε πλαίσιο που σχετίζεται με παράνομες δραστηριότητες. Ακολουθούν μερικές παραδειγματικές προτάσεις:

  1. El traficante se escapó por una ruta secreta.
  2. Ο διακινητής διέφυγε από μια μυστική διαδρομή.

  3. Muchos traficantes operan en la sombra.

  4. Πολλοί έμποροι δρουν στη σκιά.

  5. Necesitamos atrapar al traficante antes de que sea demasiado tarde.

  6. Χρειαζόμαστε να πιάσουμε τον διακινητή προτού να είναι πολύ αργά.

  7. El juicio del traficante atrajo la atención de los medios.

  8. Η δίκη του διακινητή τράβηξε την προσοχή των μέσων.

  9. Los traficantes suelen utilizar métodos ingeniosos para evadir a la policía.

  10. Οι έμποροι συχνά χρησιμοποιούν επινοημένους τρόπους για να αποφύγουν την αστυνομία.

Ετυμολογία

Η λέξη "traficante" προέρχεται από το ρήμα "traficar", που σημαίνει "να διακινώ" ή "να εμπορεύομαι", και έχει ρίζες στη λατινική γλώσσα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - comerciante (έμπορος) - contrabandista (λαθρέμπορος)

Αντώνυμα: - consumidor (καταναλωτής) - legal (νόμιμος)



23-07-2024