Ρήμα.
[ tɾa.miˈtaɾ ]
Η λέξη "tramitar" χρησιμοποιείται στο ισπανικά για να περιγράψει τη διαδικασία διαχείρισης ή υποβολής εγγράφων, αιτήσεων ή άλλων διαδικαστικών ενεργειών. Χρησιμοποιείται συχνά στη νομική και διοικητική γλώσσα, αναφερόμενη στην υποβολή αιτημάτων ή εγγράφων σε κρατικές ή άλλες αρχές.
Η "tramitar" έχει συχνή χρήση τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με μια ελαφρώς μεγαλύτερη προτίμηση στον γραπτό λόγο, ειδικά σε νομικά πλαίσια.
Voy a tramitar mi visa la próxima semana.
(Θα υποβάλω την visa μου την επόμενη εβδομάδα.)
Es importante tramitar todos los documentos necesarios para el juicio.
(Είναι σημαντικό να υποβάλετε όλα τα απαραίτητα έγγραφα για τη δίκη.)
Η λέξη "tramitar" εμφανίζεται σε ποικιλία εκφράσεων στη γλώσσα ισπανικά:
Tramitar un reclamo
(Υποβάλλω μια καταγγελία)
Χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό της διαδικασίας υποβολής μιας επίσημης καταγγελίας.
Tramitar un pedido
(Διαχειρίζομαι μια παραγγελία)
Συνήθως αναφέρεται στη διαδικασία υποβολής και διαχείρισης παραγγελιών σε εμπορική ή επιχειρηματική ρύθμιση.
Tramitar el divorcio
(Διαχειρίζομαι το διαζύγιο)
Χρησιμοποιείται για την αναφορά στη διαδικασία έγκρισης και διεκπεραίωσης ενός διαζυγίου στη νομική διαδικασία.
Η λέξη "tramitar" προέρχεται από τη λατινική λέξη "transmittere", που σημαίνει "υποβάλλω" ή "διακομίζω", όπου "trans-" σημαίνει "δια μέσου" και "mittere" σημαίνει "στέλνω".
Συνώνυμα:
- Gestionar
- Presentar
- Procesar
Αντώνυμα:
- Retirar
- Cancelar
- Ignorar