Η λέξη "tranca" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "tranca" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /ˈtɾaŋka/
Η λέξη "tranca" μπορεί να μεταφραστεί στα ελληνικά ως: - πόρτα (κλειστή ή ασφαλισμένη) - τροχιά - κομμάτι (από όργανο ή έπιπλο)
Στα ισπανικά, η λέξη "tranca" χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε ένα αντικείμενο ή μηχανισμό που κλειδαριώνεται, όπως μια πόρτα ή ένας μηχανισμός, αλλά μπορεί επίσης να αναφέρεται και σε κομμάτια ή τμήματα άλλων αντικειμένων. Είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται ευρέως και συχνά περιγράφετο σε καθημερινό προφορικό λόγο, αν και εμφανίζεται και σε γραπτό κείμενο.
La tranca de la puerta estaba rota.
(Η κλειδαριά της πόρτας ήταν σπασμένη.)
Necesito una tranca para asegurar la ventana.
(Χρειάζομαι μια κλειδαριά για να ασφαλίσω το παράθυρο.)
Η λέξη "tranca" μπορεί να εμφανιστεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
Tener la tranca bien puesta.
(Να έχεις την κλειδαριά καλά ασφαλισμένη.) – Να είσαι σε ετοιμότητα ή προετοιμασμένος για όλα.
No me vengas con trancas.
(Μην έρχεσαι σε μένα με κλειδαριές.) – Μην μου φέρνεις δικαιολογίες ή ψέματα.
Es un trancazo.
(Είναι μια κλειδαριά.) – Αναφέρεται σε μια έντονη ή ισχυρή κατάσταση.
Η λέξη "tranca" προέρχεται από το λατινικό "tranca", το οποίο αναφέρεται σε κλείσιμο ή κλειδαριά. Η ρίζα της μπορεί να εντοπιστεί στη χρήση των δυνατών μηχανισμών ασφαλείας.
Συνώνυμα: - cerradura (κλειδαριά) - cerrojo (γοργόνα)
Αντώνυμα: - apertura (άνοιγμα) - desbloquear (ξεκλείδωμα)
Αυτή είναι η ανάλυση της λέξης "tranca", με πληροφορίες που καλύπτουν διάφορους τομείς και χρήσεις.