Trance είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή: /træns/
Η λέξη "trance" στη γλώσσα Ισπανικά αναφέρεται σε μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από έντονη συγκέντρωση ή αίσθηση απομάκρυνσης από την πραγματικότητα. Συχνά χρησιμοποιείται σε ψυχολογικά ή θεραπευτικά συμφραζόμενα, όπως στον τομέα της ψυχιατρικής, ή ακόμη και στη μουσική, αναφερόμενη στη μουσική τράνς. Η χρήση της είναι πιο συχνή στο γραπτό πλαίσιο, αν και μπορεί να εμφανίζεται και σε προφορικούς διαλόγους.
El paciente entró en trance durante la terapia.
Ο ασθενής μπήκε σε τράνς κατά τη διάρκεια της θεραπείας.
La música trance provoca una sensación de éxtasis.
Η μουσική τράνς προκαλεί μια αίσθηση έκστασης.
Η λέξη "trance" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, ιδίως στον τομέα της ψυχιατρικής και της ψυχολογίας.
Estar en trance
Είμαι σε τράνς.
(Χρησιμοποιείται για να δηλώσει μια κατάσταση βαθιάς συγκέντρωσης ή απομόνωσης από το περιβάλλον.)
Drogas que inducen a trance
Φάρμακα που προκαλούν τράνς.
(Αναφέρεται σε ουσίες που επηρεάζουν τη συνείδηση και μπορεί να προκαλέσουν κατάσταση τράνς.)
La danza en trance
Ο χορός σε τράνς.
(Αναφέρεται σε είδος χορού που έχει επηρεαστεί από την κατάσταση τράνς.)
Η λέξη "trance" προέρχεται από τη μεσαιωνική γαλλική λέξη "transe", που σημαίνει "έκσταση" ή "μεταβολή", και από τα Λατινικά "transire", που σημαίνει "να διαπεράσει" ή "να περάσει πέρα".
Αυτές οι πληροφορίες καλύπτουν την έννοια και τη χρήση της λέξης "trance" στην Ισπανική γλώσσα, οι όροι που σχετίζονται με αυτήν, καθώς και οι συνδυασμοί και τα παραδείγματα που σχετίζονται με τη χρήση της.