Η λέξη "tranquera" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή στα διεθνή φωνητικά αλφάβητο (IPA): [tɾaŋˈkeɾa]
Η λέξη "tranquera" αναφέρεται κυρίως σε μία φράχτη ή πύλη που χρησιμοποιείται για να κλείνει ή να προστατεύει μία περιοχή, συνήθως σε ράντζα ή αγροτικές εκτάσεις. Χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό λόγο, ιδιαίτερα σε αγροτικές ή φυσικές περιοχές. Η συχνότητα χρήσης μπορεί να ποικίλει, αλλά είναι κοινή σε θέματα που σχετίζονται με το κτηνοτροφικό τομέα.
Η πύλη ήταν κλειστή, έτσι έπρεπε να ψάξουμε για άλλη είσοδο.
El ganado estaba detrás de la tranquera, esperando a ser alimentado.
Τα ζώα ήταν πίσω από το πορτάκι, περιμένοντας να ταΐσουν.
Asegúrate de cerrar la tranquera para que los animales no se escapen.
Η λέξη "tranquera" δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να βρείτε κάποιες περιπτώσεις που αναφέρονται σε πρόσφυγες ή επίβλεψη των χώρων:
"Το να αφήνεις την πύλη ανοιχτή είναι σαν να προσκαλείς προβλήματα."
"Cada vez que pasa algo, la tranquera siempre se cierra."
"Κάθε φορά που συμβαίνει κάτι, το φράχτη κλείνει πάντα."
"Cuidado con la tranquera, que puede ser un paso peligroso."
Η λέξη "tranquera" προέρχεται από το ισπανικό "tranque", που αναφέρεται σε ένα σύστημα για να κλείνει ή να λύνει μια είσοδο ή έξοδο. Η ρίζα της ακολουθεί μια παλαιότερη ισπανική παράδοση που σχετίζεται με τις φυλασσόμενες περιοχές.
Συνώνυμα: - Pórtico - Cancel - Barrera
Αντώνυμα: - Apertura - Entrada - Salida
Αυτές οι πληροφορίες θα σας βοηθήσουν να κατανοήσετε καλύτερα τη λέξη "tranquera" και τις διαφορετικές χρήσεις της στη ισπανική γλώσσα.