Η λέξη "transcendental" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης στα Ισπανικά είναι: /tran.sen.denˈtal/.
Η λέξη "transcendental" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως "μεταφυσικός", "υπερβατικός" ή "σημαντικός".
Στα Ισπανικά, "transcendental" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι πολύ σημαντικό ή που υπερβαίνει τα συνηθισμένα όρια της κατανόησης. Συχνά χρησιμοποιείται σε φιλοσοφικά, θρησκευτικά ή επιστημονικά συμφραζόμενα. Η χρήση της είναι συχνή και συναντάται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
Η απόφαση ήταν καθοριστική για το μέλλον της εταιρείας.
La filosofía trascendental busca entender lo que va más allá de la experiencia.
Η λέξη "transcendental" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, όπως:
Ένας καθοριστικός (υπερβατικός) αλλαγή.
La idea trascendental de la libertad.
Η υπερβατική ιδέα της ελευθερίας.
Es un momento trascendental en nuestras vidas.
Είναι μια καθοριστική στιγμή στη ζωή μας.
Un avance trascendental en la ciencia.
Μια καθοριστική πρόοδος στην επιστήμη.
La búsqueda de la verdad trascendental.
Η αναζήτηση της υπερβατικής αλήθειας.
Un evento trascendental para la humanidad.
Η λέξη "transcendental" προέρχεται από το λατινικό "transcendens", που σημαίνει "υπερβαίνω", το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από το ρήμα "transcendere", δηλαδή “ξεπερνώ”.
Συνώνυμα: - Suprem0 (υπερβατικός) - Crucial (καθοριστικός) - Fundamental (θεμελιώδης)
Αντώνυμα: - Insignificante (ασήμαντος) - Trivial (κατα trivial) - Secundario (δευτερεύων)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια διεξοδική κατανόηση της λέξης "transcendental" και της σημασίας της στη γλώσσα Ισπανικά.