Η λέξη "transferir" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "transferir" στα διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /tɾansfeˈɾiɾ/
Η λέξη "transferir" χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη διαδικασία μεταφοράς κάτι από ένα μέρος σε άλλο. Μπορεί να αναφέρεται σε φυσικές μεταφορές (όπως αντικείμενα), αλλά και σε αφαίρεση ή μεταφορά πληροφοριών, δικαιωμάτων ή ευθυνών. Στη γλώσσα των Ισπανικών, η λέξη χρησιμοποιείται συχνά και είναι αρκετά κοινή, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
"Voy a transferir el dinero a tu cuenta."
(Θα μεταφέρω τα χρήματα στον λογαριασμό σου.)
"Es importante transferir la información correctamente."
(Είναι σημαντικό να μεταφέρεις τις πληροφορίες σωστά.)
"Ella decidió transferir sus derechos a otra persona."
(Αυτή αποφάσισε να μεταβιβάσει τα δικαιώματά της σε κάποιον άλλο.)
Η λέξη "transferir" εμφανίζεται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με τη μεταφορά και την αλλαγή:
"Transferir responsabilidades."
(Μεταβιβάζω ευθύνες.)
"Transferir tecnología."
(Μεταφέρω τεχνολογία.)
"Transferir datos."
(Μεταφέρω δεδομένα.)
"Transferir conocimientos."
(Μεταφέρω γνώσεις.)
"Es posible transferir una llamada."
(Είναι δυνατόν να μεταφέρεις μια κλήση.)
"Transferir experiencia de una persona a otra."
(Μεταφέρω εμπειρία από ένα άτομο σε άλλο.)
Η λέξη "transferir" προέρχεται από το λατινικό "transferre" που σημαίνει "να μεταφέρω". Αυτή η λέξη σχηματίζεται από το πρόθημα "trans-" που σημαίνει "μέσα από" και το ρήμα "ferre" που σημαίνει "να φέρω".