transformar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

transformar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ρήμα

Φωνητική μεταγραφή

/trans.forˈmaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "transformar" σημαίνει να μεταμορφώσω, να αλλάξω ή να μετατρέπω κάτι από μια κατάσταση σε άλλη. Χρησιμοποιείται αρκετά συχνά στη γλώσσα των τεχνικών και των επιστημονικών κλάδων, καθώς και σε καθημερινές συζητήσεις. Η συχνότητα χρήσης της είναι μέτρια, με ισχυρή παρουσία και στον προφορικό και στον γραπτό λόγο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. Es necesario transformar la materia prima en un producto final.
    (Είναι απαραίτητο να μετατρέψουμε την πρώτη ύλη σε τελικό προϊόν.)

  2. La tecnología puede transformar nuestras vidas de muchas maneras.
    (Η τεχνολογία μπορεί να μεταμορφώσει τις ζωές μας με πολλούς τρόπους.)

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "transformar" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις που περιγράφουν διαδικασίες αλλαγής ή εξέλιξης.

  1. Transformar una crisis en una oportunidad.
    (Να μετατρέψεις μια κρίση σε ευκαιρία.)

  2. El arte transforma la realidad.
    (Η τέχνη μεταμορφώνει την πραγματικότητα.)

  3. Transformar la educación es fundamental para el desarrollo.
    (Η αλλαγή στην εκπαίδευση είναι θεμελιώδης για την ανάπτυξη.)

  4. La música puede transformar el ambiente de una reunión.
    (Η μουσική μπορεί να αλλάξει την ατμόσφαιρα μιας συνάντησης.)

  5. Transformar el dolor en motivación.
    (Να μετατρέψεις τον πόνο σε κίνητρο.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "transformar" προέρχεται από το λατινικό "transformare", το οποίο προκύπτει από το "trans-" (μέσα από) και "formare" (να μορφώσεις).

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - modificar (αλλάζω) - convertir (μετατρέπω) - cambiar (αλλάγω)

Αντώνυμα: - conservar (διατηρώ) - permanecer (παραμένω) - estabilizar (σταθεροποιώ)



23-07-2024