Η λέξη "transparencia" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης στα Διεθνή Φωνητικά Αλφάβητο (IPA) είναι: /trans.paˈɾenθja/
Η λέξη "transparencia" αναφέρεται στη δυνατότητα να είναι κάποιος ή κάτι διαφανές, να επιτρέπει την ορατότητα ή τη δυνατότητα πρόσβασης σε πληροφορίες. Χρησιμοποιείται συχνά στον τομέα των επιχειρήσεων, της πολιτικής και της διακυβέρνησης, καθώς και σε γενικότερες περιπτώσεις που σχετίζονται με την ειλικρίνεια και την ακεραιότητα.
Υπάρχει μεγάλη συχνότητα χρήσης της λέξης στον γραπτό λόγο, καθώς συχνά χρησιμοποιείται σε επίσημα κείμενα και αναφορές. Στον προφορικό λόγο, μπορεί να χρησιμοποιείται λιγότερο συχνά, αλλά εξακολουθεί να είναι σημαντική σε συζητήσεις σχετικά με ήθους και διαφάνεια στις διαδικασίες.
Η διαφάνεια είναι θεμελιώδης στη δημόσια διοίκηση.
La empresa promueve la transparencia en sus operaciones.
Η επιχείρηση προωθεί τη διαφάνεια στις λειτουργίες της.
La falta de transparencia puede causar desconfianza entre los ciudadanos.
Στη γλώσσα Ισπανικά, η λέξη "transparencia" είναι χρήσιμη σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις, όπως:
Αυτό σημαίνει ότι κάποιος πρέπει να είναι ειλικρινής και ανοιχτός στις σκέψεις του.
"Buscar la transparencia"
Αυτό δείχνει την επιδίωξη για καθαρότητα και αμεσότητα σε μια κατάσταση ή διαδικασία.
"Fomentar la transparencia"
Η προτροπή να δημιουργηθούν πιο διαφανείς διαδικασίες σε έναν οργανισμό ή κυβερνητική λειτουργία.
"Comprometerse con la transparencia"
Η λέξη "transparencia" προέρχεται από το λατινικό "transparentia", που σημαίνει "διαφάνεια", "διαφανής", και είναι σύνθετη από το πρόθεμα "trans-" που σημαίνει "μέσα από" και το ρήμα "parere" που σημαίνει "φαίνομαι".
Συνώνυμα: - Claridad (καθαρότητα) - Limpidez (καθαρότητα) - Evidencia (αποδεικτικότητα)
Αντώνυμα: - Opacidad (μη διαφάνεια) - Oscuridad (σκοτεινότητα) - Confusión (σύγχυση)