Η λέξη "trepidante" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "trepidante" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /tɾepiˈðante/.
Οι επιλογές μετάφρασης της λέξης "trepidante" στα Ελληνικά περιλαμβάνουν: - Διφορούμενος - Σευγάριος - Ανήσυχος
Η λέξη "trepidante" χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει κάτι που είναι ανησυχητικό, ανατριχιαστικό ή περιπλέκεται από ένταση και ταχύτητα. Χρησιμοποιείται σε γραπτό και προφορικό λόγο, αν και μπορεί να έχει αυξημένη συχνότητα σε λογοτεχνικά ή ακαδημαϊκά κείμενα. Στην καθημερινότητα, συναντάται κυρίως σε συζητήσεις σχετικά με καταστάσεις που προκαλούν έντονη συναισθηματική ή φυσική αντίδραση.
Η πολιτική κατάσταση είναι ανήσυχη αυτή τη στιγμή.
Las montañas rusas son experiencias trepidantes que muchos disfrutan.
Οι ρόδιες βουνών είναι ανησυχητικές εμπειρίες που πολλοί απολαμβάνουν.
Su conversación era trepidante, llena de nerviosismo y emoción.
Η λέξη "trepidante" δεν είναι κοινά χρησιμοποιούμενη σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να ενσωματωθεί σε κάποιες προτάσεις που εκφράζουν τις έντονες συγκινήσεις ή καταστάσεις.
Έζησα μια ανησυχητική νύχτα στην πόλη.
El partido fue trepidante hasta el último minuto.
Ο αγώνας ήταν ανησυχητικός μέχρι το τελευταίο λεπτό.
La película tenía un ritmo trepidante que mantenía a todos en el borde del asiento.
Η λέξη "trepidante" προέρχεται από το λατινικό "trepidans" που σημαίνει "τρεμάμενος", "ανήσυχος". Αυτή η ρίζα είναι συνδεδεμένη με την έννοια της αβεβαιότητας και της αναστάτωσης.
Συνώνυμα: - Inquietante (ανησυχητικός) - Alarmante (φοβιστικός) - Agitado (ταραγμένος)
Αντώνυμα: - Calmado (ήρεμος) - Tranquilo (ήσυχη) - Sereno (γαλήνιος)