Η λέξη "trifulca" είναι ουσιαστικό.
Фωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου: /tɾiˈful.ka/
Η λέξη "trifulca" χρησιμοποιείται στη γλώσσα των Ισπανικών για να περιγράψει μια έντονη και ανατρεπτική σύρραξη ή διαμάχη, συχνά μεταξύ πολλών ατόμων. Αναφέρεται γενικά σε σωματική ή λεκτική αντιπαράθεση που μπορεί να προκληθεί από διάφορους λόγους. Η χρήση της είναι αρκετά συχνή, ιδίως σε προφορικά συμφραζόμενα.
La trifulca en el bar terminó con varios heridos.
(Η αναταραχή στο μπαρ τελείωσε με αρκετούς τραυματίες.)
El equipo de fútbol tuvo una trifulca con los aficionados después del partido.
(Η ομάδα ποδοσφαίρου είχε έναν καβγά με τους φιλάθλους μετά τον αγώνα.)
No quiero involucrarme en la trifulca entre mis amigos.
(Δεν θέλω να εμπλακώ στη διαμάχη μεταξύ των φίλων μου.)
Η λέξη "trifulca" εμφανίζεται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις, όπως:
Llevar la trifulca a otro nivel
(Να φέρνεις την αναταραχή σε άλλο επίπεδο.)
Όταν μια κατάσταση αναταραχής γίνεται πιο σοβαρή ή έντονη.
Armar la trifulca
(Να προκαλείς αναταραχή.)
Χρησιμοποιείται όταν κάποιος δημιουργεί σκόπιμα μια αναστάτωση.
No vale la pena la trifulca
(Δεν αξίζει τον κόπο η διαμάχη.)
Συχνά λέγεται όταν η σύγκρουση δεν είναι σημαντική ή χρήσιμη.
Estar en medio de una trifulca
(Να βρίσκεσαι στη μέση μιας σύρραξης.)
Περιγράφει την κατάσταση ενός ατόμου που εμπλέκεται σε μια σύγκρουση.
Η λέξη "trifulca" προέρχεται πιθανότατα από τον ρομαντικό όρο "trifula", που σημαίνει φασαρία ή αναστάτωση. Η ρίζα της μπορεί να συνδέεται και με άλλες ρομανικές γλώσσες, όπου η έννοια των φασαριών ή των καβγάδων είναι παρόμοια.
Συνώνυμα: - Conflicto (σύγκρουση) - Pelea (καυγάς) - Lío (μπέρδεμα)
Αντώνυμα: - Paz (ειρήνη) - Armonía (αρμονία) - Tranquilidad (ηρεμία)