Η λέξη "trocha" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "trocha" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι: /ˈtɾotʃa/
Στα Ισπανικά, η λέξη "trocha" αναφέρεται κυρίως σε μια διαδρομή, μονοπάτι ή σήραγγα, συνήθως σε φυσικό περιβάλλον ή σε ένα συγκεκριμένο μέρος. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει μια διαδρομή που μπορεί να είναι πατημένη ή όχι. Στην καθημερινή γλώσσα, μπορεί να αναφέρεται σε οποιοδήποτε είδος διαδρομής ή διαδρομής που διανύει κανείς.
Η λέξη "trocha" χρησιμοποιείται συχνά στον προφορικό και γραπτό λόγο, ιδιαίτερα σε πλαίσια που σχετίζονται με την εκπαίδευση, την περιπέτεια, ή στη φύση.
Vimos una trocha en el bosque durante nuestra caminata.
(Είδαμε μια τροχιά στο δάσος κατά τη διάρκεια της πεζοπορίας μας.)
La trocha no estaba muy marcada, pero seguimos adelante.
(Η τροχιά δεν ήταν πολύ ξεκάθαρη, αλλά προχωρήσαμε μπροστά.)
Η λέξη "trocha" μπορεί να ενσωματωθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, οι οποίες ενδέχεται να αναφέρονται σε συγκεκριμένες καταστάσεις ή συμπεριφορές:
Indica que se está eligiendo una opción que es más desafiante.
(Δηλώνει ότι επιλέγεται μια επιλογή που είναι πιο δύσκολη.)
Estar en la trocha del éxito
(Να είσαι στη πορεία της επιτυχίας)
Se refiere a estar en una trayectoria positiva hacia la consecución de metas.
(Αναφέρεται στο να είσαι σε θετική πορεία προς την επίτευξη στόχων.)
Buscar una trocha alternativa
(Να ψάχνεις μια εναλλακτική διαδρομή)
Η λέξη "trocha" προέρχεται από το λατινικό "truncus", που σημαίνει "κομμένο". Η σύνδεση αυτή μπορεί να σχετίζεται με τη μορφή και τη δομή των μονοπατιών που φαίνονται "κομμένα" στην ύπαιθρο.