Ρήμα (ουσιαστικό).
/tromˈpe.ta/
Η λέξη "trompeta" αναφέρεται σε ένα μουσικό όργανο της οικογένειας των χάλκινων, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ποικιλία μουσικών στυλ, όπως κλασική μουσική, τζαζ και μουσική λαϊκών παραδόσεων. Στη γλώσσα Ισπανικά, η λέξη χρησιμοποιείται ευρέως και σε διάφορους κοινωνικούς και πολιτισμικούς τομείς, συνδυάζοντας την τέχνη της μουσικής με άλλες μορφές έκφρασης. Η συχνότητα χρήσης είναι υψηλή, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
En la orquesta, cada músico tiene su propia trompeta.
(Στην ορχήστρα, κάθε μουσικός έχει τη δική του τρομπέτα.)
Aprendí a tocar la trompeta cuando era niño.
(Έμαθα να παίζω τρομπέτα όταν ήμουν παιδί.)
La trompeta es un instrumento esencial en la música de jazz.
(Η τρομπέτα είναι ένα βασικό όργανο στη μουσική τζαζ.)
Η λέξη "trompeta" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, που εκφράζουν ιδιαίτερα συναισθήματα ή καταστάσεις:
No toques la trompeta si no sabes tocar.
(Μην παίζεις την τρομπέτα αν δεν ξέρεις να παίζεις.)
Σημαίνει, μην αναλαμβάνεις κάτι που δεν έχεις την ικανότητα να κάνεις.
Al final de la fiesta, todos estaban tocando la trompeta.
(Στο τέλος του πάρτι, όλοι έπαιζαν την τρομπέτα.)
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια κατάσταση χαράς και γιορτής.
Siempre hay alguien que toca la trompeta en las celebraciones.
(Πάντα υπάρχει κάποιος που παίζει την τρομπέτα στις γιορτές.)
Σημαίνει ότι σε κάθε γιορτή υπάρχει κάποιος που φέρνει τη μουσική και την ατμόσφαιρα.
Η λέξη "trompeta" προέρχεται από το λατινικό "trombeta", το οποίο έχει ρίζες στη γερμανική γλώσσα (π.χ. "trumpa"). Ο αρχαίος τύπος υποδηλώνει μια οργανική συσκευή για την παραγωγή ήχων.
Συνώνυμα: - Instrumento de viento (όργανο πνευστό) - Corneta (κόρνο, αλλά πιο λάιτ)
Αντώνυμα: - Silencio (σιωπή) - σε πλαίσιο ήχου, μπορείτε να θεωρήσετε τη σιωπή αντίθετη του ήχου που παράγεται από την τρομπέτα.
Αυτή είναι μια πλήρης ανασκόπηση της λέξης "trompeta", καλύπτοντας όλες τις πτυχές που ζητήσατε.