troncal - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

troncal (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το Troncal είναι ουσιαστικό στην ισπανική γλώσσα.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /ˈtɾoŋkal/

Χρήση στα Ισπανικά

Η λέξη "troncal" χρησιμοποιείται στα ισπανικά με συχνότητα στο γραπτό πλαίσιο και αναφέρεται στον κύριο, βασικό μέρος ενός συστήματος ή δομής.

Παραδειγματικές Προτάσεις

  1. El troncal de este árbol es muy grueso. (Ο κορμός αυτού του δέντρου είναι πολύ παχύς.)
  2. El troncal de la empresa necesita ser reforzado. (Ο κεντρικός άξονας της εταιρείας χρειάζεται ενίσχυση.)

Ετυμολογία

Η λέξη "troncal" προέρχεται από το ισπανικό ρήμα "troncar", που σημαίνει "κόβω κάτι περίπου στη μέση".

Συνώνυμα και Αντώνυμα