Ο όρος "tronco" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή του "tronco" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι /ˈtɾoŋ.ko/.
Η λέξη "tronco" σημαίνει κυρίως τον κύριο κορμό ενός δέντρου ή ενός άλλου φυτικού οργανισμού. Σημαίνει επίσης "κορμός" σε διάφορα ευρύτερα συμφραζόμενα, χρησιμοποιείται συχνά σε προφορικό και γραπτό λόγο. Είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται με σχετικά μέτρια συχνότητα στη γλώσσα Ισπανικά.
Ο κορμός του δέντρου είναι πολύ χοντρός.
Necesitamos un tronco para hacer fuego.
Χρειαζόμαστε έναν κορμό για να ανάψουμε φωτιά.
El tronco sirve como base para construir la casa.
Η λέξη "tronco" χρησιμοποιείται και σε ιδιωματικές εκφράσεις, κυρίως στα ισπανικά που σχετίζονται με την καθημερινή ζωή:
Είσαι πολύ αδέξιος!
Quedarse como un tronco.
Να μείνεις αδρανής ή πολύ ήρεμος (όπως ξύλο).
Hacer tronco.
Να εγγραφείς ή να ενταχθείς σε μια ομάδα, συνήθως με θετικό τόνο.
No me seas tronco.
Η λέξη "tronco" προέρχεται από το λατινικό "troncus", που σημαίνει "κορμός".
Συνώνυμα: - Tallo (βλαστός) - Cuerpo (σώμα, σε μεταφορικό νόημα)
Αντώνυμα: - Rama (κλαδί) - Hoja (φύλλο)
Αυτή η ανάλυση παρέχει μια ολοκληρωμένη εικόνα της λέξης "tronco" και της χρήσης της στα Ισπανικά.