Το "truco" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "truco" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /ˈtɾu.ko/.
Στην ισπανική γλώσσα, η λέξη "truco" χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε ένα κόλπο ή τέχνασμα που έχει συχνά ψευδή ή παραπλανητική φύση. Συχνά σχετίζεται με παιχνίδια και ψυχαγωγία. Χρησιμοποιείται κυρίως σε προφορικό λόγο, αλλά είναι επίσης παρούσα σε γραπτά κείμενα, κυρίως στον τομέα παιχνιδιών ή στρατηγικών.
El mago hizo un truco impresionante.
(Ο μάγος έκανε ένα εντυπωσιακό κόλπο.)
Aprendí un truco nuevo para ganar en el juego.
(Έμαθα ένα νέο τρικ για να κερδίσω στο παιχνίδι.)
No caigas en ese truco, es una estafa.
(Μην πέσεις σε αυτό το κόλπο, είναι απάτη.)
Η λέξη "truco" χρησιμοποιείται επίσης σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά, οι οποίες προσθέτουν επιπλέον νόημα.
A otro perro con ese truco.
(Σε άλλο σκύλο με αυτό το κόλπο.)
Σημαίνει: "Αυτό δεν λειτουργεί σε μένα, μην προσπαθείς να με κοροϊδέψεις."
Tener un truco bajo la manga.
(Να έχεις ένα κόλπο κάτω από το μανίκι.)
Σημαίνει: "Να έχεις ένα μυστικό σχέδιο ή στρατηγική."
El truco está en la práctica.
(Το κόλπο είναι στην πρακτική.)
Σημαίνει: "Το κλειδί για την επιτυχία είναι η εξάσκηση."
Hacer un truco de magia.
(Να κάνεις ένα μαγικό κόλπο.)
Σημαίνει: "Να κάνεις κάτι που φαίνεται εκπληκτικό ή περίεργο."
No todo lo que brilla es oro, a veces es un truco de luz.
(Δεν είναι όλα όσα λάμπουν χρυσά, μερικές φορές είναι ένα κόλπο του φωτός.)
Σημαίνει: "Μη θεωρείς ότι όλα όσα φαίνονται καλά είναι αληθινά."
Η λέξη "truco" προέρχεται από το λατινικό "trucus", το οποίο σημαίνει "κόλπο" ή "τέχνασμα". Η χρήση της έχει μετατραπεί και επεκταθεί στη διάρκεια των αιώνων, περιλαμβάνοντας αναφορές σε μαγεία και παιχνίδια.
Συνώνυμα: - engaño (παραπλάνηση) - artimaña (κολάζ) - truco (κόλπο)
Αντώνυμα: - sinceridad (ειλικρίνεια) - claridad (διαφάνεια) - veracidad (αλήθεια)