Η λέξη "tuerca" είναι ουσιαστικό (sustantivo).
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "tuerca" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /ˈtweɾ.ka/.
Η λέξη "tuerca" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - παξιμάδι - ροδέλα (σε κάποιες περιπτώσεις)
Η λέξη "tuerca" αναφέρεται σε ένα μηχανικό εξάρτημα που σχετίζεται συχνά με βίδες και χρησιμοποιείται για τη σύνδεση ή τον ευθυγραμισμό δύο ή περισσότερων κομματιών. Στην ισπανική γλώσσα, χρησιμοποιείται κυρίως σε τεχνικά και μηχανικά πλαίσια, αλλά μπορεί να εμφανίζεται και σε καθημερινές συνομιλίες. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή στον γραπτό λόγο, κυρίως σε τεχνικά κείμενα και εγχειρίδια.
Το παξιμάδι είναι χαλαρό και χρειάζεται να σφίξει.
Necesitamos comprar una tuerca nueva para la reparación.
Χρειαζόμαστε να αγοράσουμε ένα καινούριο παξιμάδι για την επισκευή.
El mecánico revisó cada tuerca del motor.
Η λέξη "tuerca" μπορεί να εμφανιστεί σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:
Είναι τρελός, δεν ξέρει τι λέει.
Dar una vuelta de tuerca
Το έργο χρειαζόταν μια αλλαγή για να γίνει πιο ενδιαφέρον.
Poner a alguien en su tuerca
Η λέξη "tuerca" προέρχεται από το βορειογερμανικό twerka, που σημαίνει "στρίβω" ή "σφίγγω". Η ρίζα της λέξης σχετίζεται με την λειτουργία του στοιχείου αυτού το οποίο στρέφεται για να σφίξει.
Συνώνυμα: - Rueda (ροδάκι) - Anillo (δακτύλιος, σε ορισμένα συμφραζόμενα)
Αντώνυμα: - Desprendimiento (αποσύνδεση) - Aflojamiento (χαλάρωση)
Αυτές οι βαθύτερες πληροφορίες σχετικά με τη λέξη "tuerca" αναδεικνύουν τη σημασία της σε διάφορους τομείς της επικοινωνίας.